27 Μαρ 2012

Φαντάσματα κουρέλια

Κλειστέ, έκανα μια πρωινή βόλτα στ’αμπάρια.
Οργή και αγανάκτηση παντού. Έξω η κατάθλιψη κόβει βόλτες.
Αυτή η Άνοιξη μαραίνεται πριν γεννηθεί.
Οι αράχνες απ' το χρονοντούλαπο πυροβολούν το κενό.
Οι ένοχοι φωνασκούν. Μπρούμυτα όλοι.
Επιτάσσουν ασκήσεις γυμναστικής. Χέρια και πόδια δεμένα.
Πρόταση, έκταση, ανάταση, κάτω.

Κάτω τα όνειρα
Κάτω η παραγωγή
Κάτω η σκέψη
Κάτω ο έρωτας
Πάνω ο θάνατος
Πάνω το κόμμα
Ζήτω οι εκλογές
Αποφασίζει ο λαός
Ο λαός δεν αποφασίζει
Περιμένει
Κουνά μαντήλια στα λιμάνια και στα αεροδρόμια
Αποχαιρετά τα παιδιά του
Κλαίει η ψυχή του
Ο άνεργος αυτοκτονεί
Ο πατέρας ντρέπεται τη ζωή του
Η μάνα κάνει κουράγιο
Οι αρχηγοί είναι αισιόδοξοι για το μέλλον της χώρας
Θα κάνουμε θυσίες, λένε
Ο απολογισμός θα γίνει μετά από μισό αιώνα
Οι νεκροί του πολέμου θα περιποιηθούν τιμές πεσόντων
Πρώτος παγκόσμιος πόλεμος
Δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος
Τρίτος παγκόσμιος πόλεμος
Είμαστε στην πρώτη γραμμή του πυρός
Οι πρώτοι νεκροί  εδώ και χρόνια φωνάζουν απ’ τους τάφους
Σταματήστε τον πόλεμο
Αφήσαμε πίσω τα παιδιά μας
Οι τραπεζίτες πυροβολούν ανελέητα
Ο αρχηγός τους ελέγχει τα πάντα  στη χώρα
Σκοτώνει, όνειρα, ιδέες, ιδανικά


Χθες πέταξα την τηλεόραση απ’ το μπαλκόνι στην άσφαλτο
Γέμισε γυαλιά, ένας οδηγός διαμαρτυρήθηκε έντονα
Του έδωσα δίκιο, μόλις είχε αγοράσει καινούριο αυτοκίνητο
Όλοι διαμαρτύρονται
Αυτός;
Ποτέ άλλοτε δεν είχε υψώσει τη φωνή του.

Ταξιδευτής
27 Μαρτίου 2012



24 Μαρ 2012

Ειρήνη

Ήταν μια όμορφη γυναίκα
Κάθονταν σ’ ένα παγκάκι, δίπλα στη θάλασσα
Τα μαλλιά της σκέπαζαν την πλάτη της
Το αεράκι τα ανέμιζε. Αυτή κάθε λίγο με θηλυκές κινήσεις του χεριού της, σαν να τα χτένιζε, τα άπλωνε ξανά στη πλάτη της
Αγνάντευε μακριά το γαλάζιο, αφημένη
Άνοιξε την τσάντα της, πήρε ένα κοκαλάκι
Μάζεψε τα μαλλιά της και τα έδεσε
Ήταν μια πασχαλίτσα
Την πλησίασα, είπα γεια και κάθισα δίπλα της
Είπε γεια
Ανάμεσα μας ένα βιβλίο. Η ιστορία μιας γέννας.
Μείναμε εκεί να αγναντεύουμε την απεραντοσύνη, έναν αιώνα.  
Είχε τη μεγαλύτερη συλλογή από κοκαλάκια, να δένει κάθε φορά
τα μακριά της μαλλιά.
Και μια μεγάλη καρδιά. Το αγαπημένο της κοκαλάκι.
Το όνομα της ήταν Ειρήνη.

Ταξιδευτής
Μάρτιος 2012



6 Μαρ 2012

Αργήσαμε πολύ

Ακόμα νοσταλγώ τις αυλές με τα γεράνια
Τα γράμματα του ταχυδρόμου
Τη σόμπα με τα ξύλα
Τη λάμπα με το πετρέλαιο
Τα λουκούμια του παππού, κερδισμένα στην δηλωτή
Τον γαλατά που μοίραζε το γάλα
Το ψωμί της γάστρας
Την πίτα της γιαγιάς
Ασπρόμαυρες ελληνικές ταινίες
Την μυρωδιά των βιβλίων
Τα εξώφυλλα των δίσκων
Τις ασπρόμαυρες φωτογραφίες
Τα κλασικά εικονογραφημένα
Τα κλασικά βιβλία
Το χωρίς οικογένεια και το έγκλημα και τιμωρία.
Τα όνειρα και τις ελπίδες των παιδικών μας χρόνων
Τα κλασικά επαγγέλματα, του αγρότη, του δάσκαλου, του γιατρού
Τα κοπάδια με τα πρόβατα στις πλαγιές της Άνοιξης
Τα χωράφια με το τρυφερό πράσινο
Τα λουλουδάτα φορέματα και τα κομπινεζόν των γυναικών
Τα χαμηλά σπίτια και τα τζάκια που κάπνιζαν τον χειμώνα
Τα μικρά παντοπωλεία της γειτονιάς
Τα πράσινα σαπούνια και μισό κιλό φασόλια
Το υπόγεια φθηνά ταβερνάκια με τη λαδόκολλα
Τα μικρά μεγάλα παιχνίδια της φαντασίας
Τις γυμνές κιθάρες και τις ζωντανές φωνές
Είμαι "συντηρητικός"
Εγώ που νόμιζα ότι είμαι "προοδευτικός".
Πάντα έστεκε ένα δίλημμα μπροστά μου, σαν εφιάλτης
Συντηρητικός ο Μήτσιος, ψηφίζει  ΚΚΕ
Προοδευτικός ο Κίτσος ψηφίζει Πασοκ
Συντηρητική η Μαίρη, ψηφίζει δεξιά
Προοδευτική η Πόπη, ψηφίζει Εσωτερικού
Συντηρητικός ο ένας, προοδευτικός ο άλλος
Προοδευτικός με μακριά μαλλιά, συντηρητικός με κοντά
Κι άλλο ένα
Η καλή δεξιά και η κακή αριστερά
Η κακή δεξιά και η καλή αριστερά
Αγώνες ο ένας, αγώνες ο άλλος
Σαν τους καλούς και κακούς χριστιανούς
Μετράνε τη ζωή τους, με τις λαμπάδες που ανάβουν
Με τις προσευχές που κάνουν
Πάντα μπροστά μου δυό χρώματα
Το άσπρο και το μαύρο
Ο μαύρος  καπιταλισμός και ο  άσπρος κουμμουνισμός
και τανάπαλιν
Τρικλοποδιές των μεγάλων, αστοχίες της εφηβείας μας
Αργήσαμε πολύ
Και όταν βγήκε είχε ένα γκρίζο χρώμα
Σχεδόν μαύρο
Είχε σχεδόν και η ζωή μας τελειώσει
Ήμασταν όλοι φυλακισμένοι του θανάτου
Και οι φωνές μας έμοιαζαν με πληγές
Αγιάτρευτες, ανέραστες, υποθηκευμένες
Στην ζούγκλα των θηρίων

Έλεγαν ύστερα πως ήταν Άνθρωποι..


Ταξιδευτής
6 Μαρτίου 2012

Δεν εξηγείται αλλιώς

Κάποτε, μαζί με τον Δημήτρη που έγραψε τους στίχους και τη μουσική, γεμίσαμε τον ουρανό πολύχρωμα μπαλόνια, γέμισε η πλατεία χρώματα.
Ήταν η χρονιά που βγήκε ο γαργα-ληστής, στον επόμενο σταθμό.
Τα παιδιά, τα παιδιά. Μια ζωγραφιά για τα παιδιά.
Τότε πετούσαμε ψηλά.
Τότε.
'Οπως και τώρα, που είδα ένα πουλί να αλλάζει δεκάξι χρώματα, να έρχεται και να μου χτυπάει το τζάμι. Μετά να πετάει ψηλά, πολύ ψηλά.

Κρατάς ένα κόκκινο πουλί στα χέρια σου.
Ένα μπουμπούκι τριαντάφυλλο κρατάς.
Το άρωμα της νιότης κρατάς.
Δεν εξηγείται αλλιώς αυτό το πέταγμα, αυτά τα χρώματα, αυτή η μυρωδιά της ανοιξιάτικης βροχούλας.
Δεν εξηγείται αλλιώς.

Κωστής Ταξιδεύων
6 Μαρτίου 2012

5 Μαρ 2012

...το γκόλ!

Μέρες της αρμύρας, μέρες της σιωπής
Της νοσταλγίας και των Ονείρων μέρες
Νύχτες της αγρύπνιας , νύχτες της υπομονής
Της αξημέρωτης ελπίδας και της ορφάνιας νύχτες
Φύση, άνθρωποι και έργα
Δρόμος, χρόνος και ΦΩΣ
Μια καινούρια γέννα κι ένας καινούριος θάνατος
Αέναη κίνηση

Εσύ όμως ζεις
Εσύ όμως ακόμα ανασαίνεις
Εσύ όμως Αρνείσαι να πεθάνεις
Εσύ ακόμα κυλάς στον απέραντο ουρανό

Εσύ ακόμα πολεμάς
Ελλάδα είναι η παιδική μου ηλικία. Το χωριό μου. Ελλάδα είναι το Μέτσοβο, έλεγε ο φίλος που χρόνια ζει στη Γερμανία.
Πατρίδα είναι όλος ο κόσμος που αγαπήσαμε. Η πέτρες που κτίσαμε με τα χέρια μας, τα έργα των απλών ανθρώπων.
Έργα που έδιναν τη ζωή και στόλιζαν το μάτι. Έργα χειροπιαστά και στέρεα. Η απλότητα της ομορφιάς που χάθηκε μες τη δίνη των εποχών που άλλαξαν.
Η ζωή που άλλαξε, χωρίς να λογαριάσει. Χωρίς ίχνη, χωρίς ιστορία πια, καταδικάζουμε το μέλλον.
Η Ελλάδα της αντιπαροχής και της ασχήμιας, του κέρδους και του νεοπλουτισμού γκρέμισε την ομορφιά της πέτρας, την ανάσα του ωραίου.
Πέθανε το ωραίο μες τις ψεύτικες οθόνες του μυαλού μας, μες την ασχήμια των ουρλιαχτών, η χώρα μας πέθανε μες τα πορτοφόλια μας.
Και μεις ανήμποροι πια πουλάμε τα παιδιά μας, τις γυναίκες μας, τα σπίτια μας, την παιδεία μας, την ελευθερία μας.

Πουλάμε στο παζάρι τη ζωή και αγοράζουμε θάνατο.
Πουλάμε τον ήλιο μας και αγοράζουμε μαύρο χρυσό.

Κάτι παλιές φιγούρες θυμίζουν ακόμα τη ζωή, κάτι γέροι που κάθονται στα παγκάκια του Μετσόβου και λένε ιστορίες απ' το παρελθόν...

Οι οθόνες στα καφέ παίζουν το μέλλον ή τον αγώνα Δόξας Δράμας- ΠΑΣ Γιάννενα με όλα τα βλέμματα καρφωμένα στην αγωνία του παιχνιδιού...το γκόλ!


Κωστής Ταξιδεύων
5 Μαρτίου 2012

3 Μαρ 2012

Γούρμα γκόρτσα

Στο μυαλό μου τα παιδικά χρόνια, όλο το απόγευμα- και εικόνες απ' το χωριό. Οι εικόνες της ξεγνοιασιάς, της ανεμελιάς.
Αλλά και το άγχος του σχολείου, η αυστηρότητα των μεγάλων.
Όλα εκείνα όμως μοιάζουν αστεία, σαν τις ακακίες στην άκρη του χωριού..
Μια γκορτσιά, άγρια αχλαδιά, απέναντι στο ουρμανάκι, μια ξέφωτη πλαγιά, είναι ένα μήνυμα από κείνα τα χρόνια τα πέτρινα και της φτώχειας. Εκείνης της φτώχειας που την πλημμύριζε η ευτυχία!
Όταν γινόταν τα γκόρτσα ήταν το πιο νόστιμο φρούτο που έφαγα ποτέ. Ακόμα νοιώθω τη γεύση στο στόμα μου..
Πιο πολύ και απ΄ την μυρωδιά των μήλων, όταν γύριζε ο πατέρας μου απ 'το παζάρι της Τρίτης.
Σ αγαπώ.
Γιατί μπορώ να σου μιλώ.
Γιατί το νοιώθω, ότι όλα μου τα νοιώθεις
Όπως κι εγώ εσένα.
Σαν εκείνα τα γούρμα γκόρτσα...

Κωστής Ταξιδεύων
3 Μαρτίου 1012

2 Μαρ 2012

Μια άλλη φωνή

Mια φωνή να μ' αναστήσει
Θέλω μια πνοή
Μια τεχνητή αναπνοή
Μες το πηγάδι
Βλέπω ψηλά το φως
'Ενα ολοστρόγκυλος φωτεινός κύκλος
Είναι ψηλά
Δεν μπορώ να σκαρφαρλώσω, λεία τοιχώματα
Γλυστράει, σαρίζει το χώμα
Βυθίζομαι ακόμα πιο πολύ
Αναπνέω ακόμα, ξηρό το πηγάδι
Εγκατάλειψη
Στην αυλή ενός παλιού αρχοντικού
Αυτή η τρέλα της περιπλάνησης
Ούτε κατάλαβα πως έπεσα μέσα
Οι πληγές τσούζουν, αίματα ξηραμένα παντού
Δυο ποντίκια κοιμήθηκαν πάνω μου, όταν με πήρε ο ύπνος
Παλεύω με τις σαύρες
Είμαι γεμάτος χώμα
Τρώω χώμα
Πίνω τα κάτουρά μου
Σιχαίνομαι, δεν έχω άλλη επιλογή
Πριν βούτηξα μια μύγα και την έφαγα
Πεινούσα
Πάνω στα σκατά μου βουίζουν μύγες με πράσινα φτερά
Προσπαθώ
Ανεβαίνω
Το πηγάδι σαρίζει
Φωνάζω
Με όση φωνή βγαίνει
Ακούω τον αντίλαλο
Θέλω μια άλλη φωνή
Ανθρώπου βήματα, θέλω να ακούσω  να 'ρχονται
Ένα ανέμελο σφύριγμα ενός ταξιδιώτη
Μια άλλη φωνή
Μια άλλη φωνή
Μια άλλη φωνή.


Ταξιδευτής
2 Μαρτίου 2012