30 Σεπ 2012

Ας πούμε

Ας πούμε ότι έχουμε άδικο εμείς.
Οι ουτοπιστές είναι ανεύθυνοι.
Ας πούμε.
Ας πούμε ότι μετά από δέκα χρόνια, θα φθάσουμε εκεί που ήμασταν το 2008, όταν άρχισε η οικονομική κατρακύλα
Ας πούμε ότι το 2022 οι πολιτικοί του τότε, θα έχουν την εμπειρία και δεν θα ξανακάνουν τα ίδια μνημονιακά λάθη.
Ας πούμε ότι  έγινε, ήταν από λάθος. Ότι τίποτα δεν ήταν προσχεδιασμένο, ότι το έγκλημα δεν ήταν προμελετημένο.
Ας πούμε.
Τότε "οι πολιτικοί" θα έχουν κάνει το μεγάλο πείραμα.
Η χώρα θα έχει αποδεκατισθεί, θα μετράει χιλιάδες νεκρούς, χιλιάδες εξόριστους, ο πληθυσμός θα έχει γεράσει, θα έχουν χρόνια να γεννηθούν παιδιά, οι ξένοι θα έχουν εισβάλει για τα καλά στη χώρα, θα υπάρχει παραγωγή, από πάμφθηνα εργατικά χέρια και όλοι θα μιλάνε για την ανάπτυξη που θα έχουμε  τα επόμενα πενήντα χρόνια.
Η χώρα μας θα είναι πια παράδεισος επενδύσεων και αριθμών.
Ας πούμε ότι όλα αυτά που θα μας συμβούν είναι αστεία, μπροστά στα οικονομικά μεγέθη που θα έχουμε στα 2050.
Τότε όλοι θα μιλούν για έναν εφιάλτη που πέρασε.
Ας  πούμε ότι όλοι εμείς σήμερα που φωνάζουμε έχουμε μαύρα μεσάνυχτα.
Ας υποκλιθούμε μπροστά στους σωτήρες.
Ας πούμε ότι η πλατεία Συντάγματος τότε, θα είναι βοτανικός κήπος αρωμάτων και παραισθήσεων.
Ας πούμε.

Ταξιδευτής
30 Σεπτεμβρίου 2012

29 Σεπ 2012

Συνταγή παστίτσιου.

Μετά από ένα περίπατο στις γειτονιές των φίλων, που συνηθίζω να κάνω κάθε Σάββατο, νομίζω ότι εκείνο που σημάδεψε την εβδομάδα είναι το θέμα με τον Πάτερ Παστίτσιο και η αμαρτία της πεολειχίας που ο αντιπρόσωπος του θεού επί της γης Σεραφείμ, επισήμανε στο νεοελληνικό πλήθος.
Από ότι φαίνεται και ο Πάτερ Παστίτσιος και ο έχων επιδοθεί στο άθλημα της πεολειχίας έστω και μια φορά., θα πάνε στην κόλαση. Κι αυτό είναι πολύ σοβαρή εξέλιξη.
Στην υπέροχη δημοκρατία που ζούμε, μόνο όσοι έχουν τη δυνατότητα να κάνουν θαύματα, έχουν και τη δυνατότητα να ομιλούν. Οι υπόλοιποι πάνε στο μπουντρούμι.
Είναι δυνατόν να μιλάς χιουμοριστικά εναντίον ενός υποψήφιου πετυχημένου Άγιου; Όχι δεν είναι. Ο Πατήρ Παίσιος είναι ένας αναγνωρισμένος  εμπορικά Πατήρ με τόσα θαύματα. Ενώ στους άμβωνες, μόνο ένα θαύμα ανέγνωσαν κατά καιρούς του Πάτερ Παστίτσιου. Κι αυτό ήταν ανακάτεμα των θαυμάτων του Πάτερ Παίσιου. Τα βιβλία του, τα μπρελόκ με το όνομά του, οι φανέλες με τη μορφή του, τα σώβρακα με την ούγια, είναι πλέον καθιερωμένα εδώ και χρόνια και έχουν συμβάλει στην ανόρθωση  της Νέας Ελληνικής Δημοκρατίας, με την συμβολή των αγώνων της Νέας Δημοκρατίας, του Νέου Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού κινήματος και τώρα τη συνδρομή της Χρυσής Αυγής. Σ’ αυτή την ενορχηστρωμένη υπερπροσπάθεια. τσοντάρει και η Δημαρ. Η δόξα για τη Δημαρ είναι πάνω από το χρήμα, ενώ οι άλλοι έχουν το χρήμα πάνω από τη δόξα. Η μόνη διαφορά σ’ αυτό το υπέροχο τριτοκοσμικό ταξίδι.
Αλλιώτικα φίλες και φίλοι μου θα ήμασταν στο Μεσαίωνα, όπως οι φανατικοί Ισλαμιστές, που είναι έτοιμοι για ακόμα έναν πόλεμο, όταν κάποιος σκηνοθέτης  δεν αποδώσει σωστά τον Μωάμεθ ή κάνει χιούμορ.
Τι σχέση έχουμε εμείς μ’ αυτούς;  Εξωτερικά εννοώ;  Οι γυναίκες φοράνε ακόμα μαντίλες. Ενώ στη χώρα μας τα κομμωτήρια ευημερούν. Κάθε γωνιά και κομμωτήριο, όπως παλιά κάθε γωνιά και γυμναστήριο χωρίς αναβολικά.
Εμείς έχουμε τη δυνατότητα να χτυπάμε το κακό εν τη γενέσει του. Ο Δένδιας είναι ίσως ο πιο δημοφιλής υπουργός μετά τις εξελίξεις.
Με την στιβαρή προεδρία, του άλλου υποψήφιου Αγίου Μειμαράκη, διεξάγονται στη Βουλή μας οι δημοκρατικότερες συζητήσεις όλων των εποχών. Αν δεν ήταν ο Τσίπρας στα πόδια τους, θα πλησιάζαμε στα επίπεδα του τέλειας Δημοκρατίας, τον χρυσό αιώνα του Περικλή. Αφού τόσο πολύ εζήλωσαν οι νεοέλληνες τους Αρχαίους ημών προγόνους. Αυτό το παιδί τι έχει πάθει και τους βάζει συνέχεια τρικλοποδιές, είναι ακατανόητο.
Τα σημερινά υψηλά επιτεύγματα της παραδειγματικής Δημοκρατίας μας, που δικαίως οι φωστήρες μας φιλοδοξούν να εμπνεύσουν για ακόμα μια φορά στην ανθρωπότητα οφείλονται στην  στο ότι Κράτος, Παρακράτος, Εκκλησία, Χρυσή Αυγή, έχουν ενώσει τις δυνάμεις στο Όλοι Μαζί, αυτό που δεν καταφέρουμε εμείς που πιστεύουμε στη μοναδικότητα του Ανθρώπου. Ο μεγάλος θεωρητικός της Νέας Δημοκρατίας, είχε δίκιο όταν έλεγε, όποιος φεύγει απ’ το κοπάδι τον τρώει ο λύκος. Αυτό το χριστεπώνυμο κοπάδι, οδήγησε τη χώρα στην σημερινή ευημερία. Αυτό αντιστέκεται ακόμα φανατικά και φαντάζεται, ότι οι ισλαμιστές  μετανάστες που φτάνουν στη χώρα μας είναι σχέδιο της ισλαμικής αυτοκρατορίας, να καταλάβει την ελληνορθόδοξη. Είναι σίγουρο ότι αν ήταν χριστιανοί, ας πούμε Ρώσικη μαφία, κιχ δεν θα έβγαζαν. Γιατί κανένας χριστιανός δεν είναι μαφιόζος.
Συνήθως οι έλληνες τα τελευταία χρόνια τις Κυριακές μαγειρεύουμε αρνάκι με πατάτες στο φούρνο, δένει με τα δώρα των κυριακάτικων εφημερίδων, Πατήρ Παισιος, μαγειρικές μεσογειακής διατροφής και υγείας και προφυλακτικά ελεγμένης ποιότητας.
Αύριο είμαι σίγουρος ότι το παστίτσιο θα πάρει κεφάλι. Λόγω αρνητικής διαφήμισης.
Η χώρα μας είναι μια υπέροχη χώρα,  δεν έχει καμία σχέση με κείνους τους απαίσιους γονατιστούς μουσουλμάνους που θυμίζουν Μεσαίωνα.

Και μην ξεχνάτε ότι ο παράδεισος είναι εδώ. Αρκεί να μην ασχολούμαστε με τις πίπες της κόλασης. 
 
Ταξιδευτής
29 Σεπτεμβρίου 2012
.

27 Σεπ 2012

Το τέρας

Ανάμεσα σε εκκρεμότητες, προτεραιότητες, ανισότητες, βαρβαρότητες και ματαιότητες και άλλες τόσες –οτητες, θα βρίσκουμε πάντα τη δόση της φιλίας μας. Ανάμεσα σε μια υπαρκτή καθημερινότητα και μια ονειρική ουτοπία.
Θα ακροβατούμε πάνω στις αχτίνες του ήλιου, μικρά σωματίδια  κι εμείς. Mόνο στο υπερβολικό φως γίνεται αισθητή η παρουσία μας, -στο χαοτικό σύμπαν. Οι μαύρες τρύπες μας, να πλουτίζουν με κόκκινο χρώμα και όταν θα σμίγουν οι ανάσες μας θα είμαστε ακόμα ζωντανοί.
Τόσο α-σήμαντος και τόσο μοναδικός  ο καθένας μας. Τόσο σημαντικός και τόσο δυνατός ο καθένας μας, απέναντι στους ασήμαντους που κατέχουν τα κλεμμένα κλειδιά,  της ζωής των πολλών. Αν δεν τσακίσει το τέρας η ανθρωπότητα, θα την αφανίσει.
Φτάνει ο πλούτος της γης για όλους. Τα τέρατα νομίζουν ότι είναι θεοί. Ένα τέρας υπάρχει, μόνο με την αναπαραγωγή του κενού. Αλλιώς δεν υφίσταται τέρας. 

Ταξιδευτής
27 Σεπτεμβρίου 2012

Ο ελέφαντας


Όταν λέμε Γενική απεργία προφανώς δεν εννοούμε ειδική. Άρα δεν πήρα χαμπάρι, δεν ήξερα, δεν ρώτησα, δεν έμαθα, πάλι δεν νοείται.
Εκείνο που νοείται αβίαστα, είναι ότι στηρίζω την εσωτερική και εξωτερική τρόικα με την χρυσή μου την καρδιά. Για νου δεν συζητάμε τώρα. Αφού το δικό μου σπίτι δεν πήρε φωτιά, ευκαιρία σήμερα να πάρουμε καινούριο καναπέ, μας μένει να διαλέξουμε το χρώμα. Βγαίνοντας το πρωί απ’ το σπίτι, είδα τη συνηθισμένη εικόνα. Η ουρά του LIdl. Οι λάτρεις των γερμανικών προϊόντων στημένοι να υλοποιήσουν τις νυχτερινές φαντασιώσεις τους. Από τότε που ήρθαν οι Γερμανοί στην Ελλάδα, βρήκαν τον Γερμανό τους. Σήμερα είχε σε προσφορά ανατομικά μαξιλαράκια πλάτης.
Κατεβαίνοντας στην πόλη έβλεπα τα συνοικιακά μαγαζιά ανοιχτά. Ο κρεοπώλης στα ύψη τη χαντζάρα. Τα αρνάκια κρεμασμένα στα τσιγκέλια απ’ έξω. Αυτός δεν φαίνεται να έχει κανένα πρόβλημα. Οι έλληνες δεν στερούνται το κρέας, είπα μέσα μου. Ο κρεοπώλης ένας άντρας αχάλαγος και χαμογελαστός, γύρω στα 40, τη μόνη λόξα που έχει είναι τ’ αυτοκίνητα και ο Παναθηναϊκός. Είτε τον έχει ο Βαρδινογιάννης, είτε ο Αλαφούζος, είτε έλληνες, είτε ξένοι παίζουν στην ομάδα, ο Παναθηναϊκός είναι ιδέα. Κι όταν ακόμα χάνει από τον Πανθρακικό, παίξαμε καλά θα πει. Τα ξέρω όλα αυτά, γιατί παλιότερα ήμουν Παναθηναϊκός και ψώνιζα απ’ αυτόν, εξ αιτίας του Παναθηναϊκού. Μια φορά του έπεσε ο μισός κιμάς στο πάτωμα κι αυτός τον μάζεψε, λέγοντας μόλις σφουγγάρισε με χλωρίνη. Δεν άρεσε καθόλου στη γυναίκα μου και μου είπε σκασίλα μου αν είναι Παναθηναϊκός, δεν ξαναπαίρνω κιμά απ’ αυτόν. Από τότε δεν ξαναπήγα στο μαγαζί του, χαιρετιόμαστε στους γάμους, στις κηδείες και στις βαφτίσεις. Πάντα μου έλεγε, ότι ο έχων μαγαζί πρέπει να είναι παρών σε όλα αυτά. Επειδή όμως εγώ, δεν πάω σε τέτοιες πανέμορφες, δεν λέω, εκδηλώσεις τα τρία τελευταία χρόνια, λόγω μια ελαφριάς κατάθλιψης, που ευτυχώς ξεπερνάω, είχαμε σχεδόν τρία χρόνια να χαιρετηθούμε. Χαιρετηθήκαμε τυχαία σήμερα το πρωί, την ώρα που είχε σηκωμένη τη χαντζάρα.
Ο φούρνος ανοιχτός. Μάλιστα μου μύρισε και χαλβάς, όταν πέρασα απ’ έξω. Κάθε πρωί η κυρία Αφρούλα κάνει κι ένα ταψί χαλβά. Κάθε μέρα λέει ότι είναι φρέσκος. Πετυχαίνω το ταψί στη μέση πάντα. Δεν αγοράζω όμως χαλβά, γιατί έχω αρρωστομανία ότι κάποτε θα γίνω διαβητικός. Κι έχω ακούσει ότι οι διαβητικοί έχουν πρόβλημα στύσης. Κι εγώ θέλω να μου σηκώνεται ως τα γεράματα, λέω στην κυρία Αφρούλα να την αποφύγω και χαζογελάει..
Ο ποδηλατάς ανοιχτός. Αυτός δεν έχει πρόβλημα και δικαίως δεν απεργεί σήμερα. Η πόλη που ζω είναι γεμάτο ποδήλατα και καρφιά. Δεν προλαβαίνει τις φόλες. Το δικό του σπίτι θα αργήσει να πάρει φωτιά. Τώρα με την αύξηση τις βενζίνης, τρίβει τα χέρια του. Τις περισσότερες φορές όμως, είναι απ’ τα γράσα της αλυσίδας.
Απογοητεύτηκα. Μα όλοι ανοιχτά είναι; Και μετά είπα εδώ είναι συνοικία, δεν έχουν προβλήματα.
Συνάντησα ένα γνωστό δικηγόρο μπροστά στην τράπεζα. Με ρώτησε που πάω και του είπα στην πορεία. Έχετε πορεία μου είπε. Ναι έχουμε, είπα. Η γυναίκα του έσπρωχνε την πόρτα της τράπεζας και δεν πάταγε το σωστό κουμπί. Και οι τράπεζες απεργούν; είπε.
Το ΠΑΜΕ ήταν μόνο του στην πλατεία και δεν πήγαινε πουθενά. Μπερδεύτηκα μέσα μου, συμφωνούσα μ’ αυτά που έλεγε στα μεγάφωνα ο ομιλητής, αλλά τα ήξερα όλα και είπα πάμε με τους άλλους. Έπεσα πάνω στο εμπορικό επιμελητήριο. Άκουσα για τον θάνατο του εμποράκου. Και αυτά τα ήξερα. Και το ψήφισμα εντελώς οικείο. Παρακάτω το Εργατικό κέντρο, όλοι οι άλλοι. Πάρα πολλοί σε σχέση με παλιότερα. Πάρα πολύ λίγοι, σε σχέση με το σήμερα.
Δυό ασθενοφόρα μπροστά με τις σειρήνες και πίσω οι ΕΚΑβίτες που έχουν πάθει υπερκόπωση να μεταφέρουν πτώματα. Μπήκαμε όλοι στην πορεία και γέμισε όλος ο δρόμος συνθήματα και κουβέντες με παλιούς φίλους.

Ο Αποστόλης ισχυριζόταν σήμερα, ότι είμαστε ένας κρίκος της αλυσίδας και ότι η κρίση είναι κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, και ότι δεν θα ξεφύγουμε απ’ αυτή αν δεν το θελήσει ο καπιταλισμός. Μου μιλούσε για την κρίση του 30 και για την κρίση του 70. Μου μιλούσε και για το τι είπε ο Μαρξ τριακόσια χρόνια πριν και εγώ μπερδευόμουν με τους τριακόσιους του Λεωνίδα. Δεν έφταιγε βέβαια ούτε ο Μάρξ, ούτε ο Λεωνίδας που έγινε σοκολατάκια στις Βρυξέλες. Βασικά έφταιγε η ξανθιά γκόμενα, που καθόταν σε ένα απ’ τα ανοιχτά καφέ με ανοιχτά πόδια. Και μεις μες τη πορεία περνούσαμε γελαστοί, ίσως γι’ αυτή να ήμασταν και γραφικοί.
Τα περισσότερα καταστήματα ήταν κλειστά τελικά στην πόλη, εκτός απ’ αυτά που εξυπηρετούσαν τις πρώτες ανάγκες, όπως εσώρουχα, κρέπες, παπούτσια και καφέ με αφρόγαλο. Με ενόχλησε μόνο που το στέκι των Συριζαίων ήταν ανοιχτό, ίσως επειδή έπρεπε οι θαμώνες τους να αναλύσουν την πορεία. Είδα πολλούς και γνώριμους εκεί να αναλύουν την δομή του συστήματος. Καθώς περνούσαμε μπροστά τους μας καμάρωναν. Είναι πολύ σημαντικό τελικά να κατεβαίνεις στην πορεία και να σε καμαρώνουν οι άλλοι, είτε στον δρόμο, είτε απ’ τον καναπέ.
Το Sprider άνοιξε, αλλά το έκλεισαν οι εργαζόμενοι που δεν άνοιξαν. Κανονικά το Sprider έπρεπε να είναι ανοιχτό, όπως όλες οι πολυεθνικές που έβαλαν θηλιά γύρω γύρω στην πόλη. Ήταν αδικία για το πολυκατάστημα που έβλεπε όλες τις αδελφές κυρίες να εργάζονται για τη σωτηρία του έθνους και το έπιασε το παράπονο. Η Ελισάβετ δικαιολογημένα έγραψε στο τοπικό site ότι το Sprider στοχοποίησαν που πουλάει φτηνά αντιιδρωτικά φανελάκια. Η Ελισάβετ, έγραψε κι άλλα, είναι μικρό κορίτσι ακόμα και δικαιολογημένα γράφει ότι ακούει στην τηλεόραση, γιατί ονειρεύεται κάποτε να βγει κι αυτή στο κλαρί της οθόνης. Της κακοφάνηκε πολύ όταν ο πρόεδρος ων πολυτέκνων, υποψήφιος καμένος, είπε ότι πρέπει να διώξουμε όλους τους ξένους απ’ τη χώρα και τον γιουχάισαν οι πάντες. Ήταν και ο μπαμπάς ανεξάρτητος υποψήφιος αλλά δεν βγήκε, ίσως γιατί δεν ήταν αρκετά ανεξάρτητος.

Μια ζεστή μέρα σήμερα. Θυμίζει καλοκαίρι.
Γράφω αυτές τις λέξεις μες στο αυτοκίνητο. Στο λάπτοπ, 3 το μεσημέρι.
Βρίσκομαι σε μια ουρά δύο χιλιομέτρων απ’ το σπίτι. Ακούω τοπικό ραδιόφωνο. Εδώ και λίγη ώρα άρχισε ο εκνευρισμός. Όλοι κορνάρουν. Κατεβαίνω, προχωράω εκατό μέτρα με τα πόδια.
Ένας τεράστιος ελέφαντας καταμεσής στο δρόμο. Κάθετα στον δρόμο δεν κάνει βήμα, ούτε αλλάζει κατεύθυνση. Αυτοκίνητα και από τις δυό κατευθύνσεις κορνάρουν δαιμονικά. Κόσμος συγκεντρωμένος τον φωνάζει. Κάποιος με μια σούβλα ψησταριάς τον σπρώχνει. Ακίνητος ο ελέφαντας. Φοβόμαστε να πλησιάσουμε. Η προβοσκίδα και οι χαυλιόδοντες δείχνουν την οργή του, τον θυμό του. Πως βρέθηκε εδώ;
Κάποιος λέει ότι τον ξέχασε εδώ το τσίρκο Medrano, που ήταν την περασμένη εβδομάδα στην πόλη. Κάποιος άλλος ότι είναι διαφήμιση του Jumbo. Αλλά δεν είχε καμία ετικέτα να γράφει κάτι Άλλος είπε, τον έφερε ο Δήμαρχος για τον πύργο των Ξωτικών, για τουριστική ατραξιόν και τον κρατούσε κλεισμένο στην πρώην Πινακοθήκη που δεν πατούσε κανένας τελευταία το πόδι του.
Ο ελέφαντας πατούσε απ’ το ένα πεζοδρόμιο στο άλλο. Δεν έβλεπε τίποτα, δεν άκουγε τίποτα.
Από παράπλευρο δρόμο ήρθε ένας τεράστιος γερανός. Έδεσαν τον ελέφαντα με μεγάλες ειδικές λωρίδες και τον σήκωσαν στον αέρα. Πρέπει να ζύγιζε πάνω από επτά τόνους.
Το θέαμα ήταν μοναδικό.
Ο γερανός έκανε στροφή στον αέρα, ο ελέφαντας ατάραχος κουνούσε ουρά και προβοσκίδα, τον εναποθέτησε στο διπλανό οικόπεδο με αργές κινήσεις. Ένα σύννεφο σκόνης σηκώθηκε. Δεν ήταν πάντως από απότομη κίνηση και είχε καταδικαστική άπνοια.
Ο δρόμος άνοιξε.
Η ροή των αυτοκινήτων γίνεται κανονικά, άκουσα στο τοπικό ραδιόφωνο όταν πήγα στο αυτοκίνητο.

υ. γ Το παραπάνω κείμενο είναι καθαρά προϊόν φαντασίας και ουδεμία σχέση έχει με υπαρκτούς ανθρώπους και πράγματα.
Εξ άλλου η χώρα μας σήμερα ήταν νεκρή.
Αφορμή για να γραφεί ήταν, Τσης γιαγιάς τα παραμύθια, που άκουγα πραγματικά στο ραδιόφωνο την ώρα που γύριζα σπίτι. Μετά την μεγαλειώδη πορεία.


Ταξιδευτής
26 Σεπτεμβρίου 2012

24 Σεπ 2012

Ο βάτραχος

Ξεκλειδώνοντας το αυτοκίνητο το πρωί, με περίμενε μια έκπληξη. Ένας τεράστιος βάτραχος κάθονταν στη θέση του συνοδηγού. Καλημέρα, κουάκ μου είπε, χαμογελώντας. Καλημέρα, του είπα κι εγώ.
Μετά από μια εφιαλτική νύχτα, αντέδρασα σχεδόν φυσιολογικά, σαν να ήταν άνθρωπος.
Ήταν μια νύχτα ανήσυχη. Τα ασθενοφόρα και τα πυροσβεστικά με τις σειρήνες τους, όλη νύχτα αλώνιζαν την πόλη. Το Νοσοκομείο είχε τεθεί σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
Τα σμήνη με τα μαύρα κοράκια, που πέταγαν όλο το απόγευμα της Κυριακής πάνω απ’ την πόλη, προμήνυαν ένα απροσδιόριστο γεγονός. Τα σκυλιά γαύγιζαν, σαν να προειδοποιούσαν.
Στις 12 παρά 20 έγινε ο σεισμός. Η γη δεν είναι πάντα σταθερή κάτω απ’ τα πόδια μας. Ο σεισμός είχε διάρκεια, αλλά δεν ήταν ισχυρός. Οι μετεωρολόγοι είπαν ότι ο σεισμός ανήκε στην κατηγορία των εγκατακρημνισιγενών.
Εκείνο που αναστάτωσε την πόλη, ήταν το πολύωρο μπλακ άουτ που ακολούθησε. Ο κόσμος στα πάρκα και στους δρόμους, με ότι πρόχειρο φορούσε την ώρα του καναπέ, λίγο πριν κοιμηθεί για τα καλά. Ήταν προειδοποίηση ενός μεγαλύτερου σεισμού; Πανδαιμόνιο. Ο θεός μας τιμωρεί, έλεγε κάποιος, η φύση εκδικείται κάποιος άλλος. Εμείς φταίμε για όλα, ένας τρίτος.
Η γειτόνισσά μου βγήκε για πρώτη φορά στην αυλή της, με τα μικροσκοπικά της εσώρουχα. Ούτε που την ένοιαζε. Ενώ άλλες φορές
Άνθρωποι που κλείστηκαν σε ασανσέρ, αυτοκίνητα που τράκαραν, δρόμοι που σκοτάδιασαν με μιας, οι κλέφτες βρήκαν ευκαιρία για πλιάτσικο, δυό τράπεζες πήραν φωτιά, άγνωστο πως, οι γάτες ανέβηκαν στα κεραμίδια, τις έβλεπα γυάλιζαν τα μάτια τους στο σκοτάδι, η μικρή μας πόλη για πρώτη φορά αναστατώθηκε τόσο.
Δεν ήταν ο σεισμός. Δεν ήταν το μπλάκ άουτ. Ήταν ο συνδυασμός αυτών των δύο.

Το πρωί κοιμήθηκα στο κρεβάτι μου. Πάνω από ώρα. Τι να φοβηθώ πια;
Ο βάτραχος ούτε που ξέρω, πως βρέθηκε μες στο αυτοκίνητό μου.
Χρειάζεται συνδυασμός, είπε. Μιλούσε σαν άνθρωπος.
“Εμείς όλοι μαζί αρχίζουμε την συναυλία. Εσείς οι άνθρωποι προσπαθείτε ο καθένας μόνος του”.
“Και εμείς και εσείς έχουμε να παλέψουμε με βουβάλια”. Ξαναείπε.
Οδηγούσα. Δεν του μιλούσα.
“Είναι καιρός και σεις οι άνθρωποι να παραδειγματιστείτε από μας. Να ενώσουμε τις δυνάμεις μας.
Από άνθρωπος βάτραχος κι από βάτραχος άνθρωπος, είπα μόνο.
Δεν ήταν ούτε πενήντα μέτρα που οδήγησα, όταν είδα την ρωγμή της ασφάλτου και σταμάτησα.
Από μέσα της φύτρωνε ένα μικρό πράσινο δέντρο, με πλατιά φύλλα..
Κοιταχτήκαμε με τον βάτραχο για πρώτη φορά στα μάτια.
Απορημένοι.

Ταξιδευτής
24 Σεπτεμβρίου 2012

22 Σεπ 2012

Να δείτε πως φωτίζουν τα σκοτάδια.

Ανέλαβα δύσκολη αποστολή. Δεν είναι εύκολο να είσαι δάσκαλος στο σκάκι. Γενικά δεν είναι εύκολο να είσαι δάσκαλος. Για τον πολύ απλό λόγο, ότι για να πετύχεις πρέπει στο τέλος να χάσεις από τον μαθητή σου.
Ευτυχώς που δεν είμαι δάσκαλος.
Απλά μαθαίνω με τον μαθητευόμενο.
Βλέπεις η βασίλισσα  στο σκάκι κυριαρχεί, παρ’ όλο  που ο τελικός στόχος είναι ο βασιλιάς. Σε όλο το παιχνίδι αγναντεύει. Δεν κάνει τίποτα άλλο παρά σβούρες γύρω απ’ τον εαυτό του. Η βασίλισσα αεικίνητη. Ο βασιλιάς πολύποδος.
Ναι το σκάκι θέλει στρατηγική. Πόσες φορές δεν νοιώθεις την απειλή. Και πόσες φορές όταν συνειδητοποιείς πια,  ότι είσαι εγκλωβισμένος από παντού δεν  κάνεις μια ευχή μέσα σου π. χ να γινόταν ένας σεισμός τώρα. Με ένα καλό φυσικό ταρακούνημα όλα πέφτουν, το παιχνίδι σταματάει και η μόνη λύση, να ξεκινήσουν όλα απ’ την αρχή.
Όταν είσαι πανταχόθεν απειλούμενος και βλέπεις το ΜΑΤ να έρχεται κατά πάνω σου, δεν έχει νόημα να εκνευριστείς, να χάσεις τη ψυχραιμία σου και με μια κίνηση του χεριού να τα ρίξεις όλα κάτω. Το έκανα παλιά κάποια φορά σε μια παραλία της Κρήτης, παίζοντας με τον γιό μου. Ακόμα ντρέπομαι. Εκείνο το καλοκαίρι θα είχαμε  τελειώσει πάνω από πενήντα παρτίδες. Τα πράγματα πήγαιναν καλά. Κέρδιζε, κέρδιζα. Τις τελευταίες μέρες το ΜΑΤ το έκανε συνέχεια ο γιός μου. Η διαφορά είχε πάρει διαστάσεις πανικού.  Είχα εκνευριστεί, αυτός ο εγκλωβισμός μου περιόριζε όποια κίνηση. Αναποδογύρισα τη σκακιέρα.
Δεν καταλάβαινα τότε, ότι έπρεπε να καμαρώνω για τις νίκες του γιού μου. Ο μαθητής νικούσε το δάσκαλο. Η νέα γενιά νικούσε την παλιά.

Ήταν ένα δύσκολο βράδυ. Ένοιωθα τελειωμένος.

Το βράδυ δεν ακολούθησα την παρέα. Από θλίψη και ντροπή. Έμεινα όλη νύχτα στη παραλία. Δεν υπήρχε ψυχή. Μάζεψα ξύλα κι άναψα φωτιά. Πολλά ξύλα, στοίβα δυό μέτρα. Έκανα ολόκληρο πύργο,(και τους δύο πύργους, τους είχα χάσει νωρίς νωρίς σε κείνο το παιχνίδι θυμάμαι, με κάτι γαμημένες στρατηγικές που πήγα να εφαρμόσω).
Πήρα την εφημερίδα που διάβαζα την έβαλα προσάναμμα, πάντα οι εφημερίδες έπαιζαν διάφορους άλλους ρόλους, εκτός απ’ αυτό  που προορίζονται, η φωτιά άναψε εύκολα. Θεόρατες φλόγες, γλώσσες που κορόιδευαν τ’ αστέρια, καπνός που χάνονταν στη νύχτα. Δίπλα η θάλασσα, σήκωσε κύμα, άρχισε να γλύφει τη φωτιά, στο τέλος την έσβησε.
Από τότε πάω δυό τρεις φορές το χρόνο, συνήθως χειμώνα κι ανάβω φωτιά  σε κάποια ερημική παραλία.
Να δείτε πως φωτίζουν τα σκοτάδια.
Μόνο που κρατάω κάποια απόσταση από τη θάλασσα.
Μη σηκώσει απότομα κύμα.
 

Ταξιδευτής
22 Σεπτεμβρίου 2012

20 Σεπ 2012

Το σκάκι

Παιχνίδι με κανόνες. Σαν τη Φυσική.
Η θεά τύχη είναι παντελώς απούσα. Δεν έχει εδώ, ρίξε μια ζαριά καλή και για μένα μια ζωή.
Τα όπλα είναι η λογική, η στρατηγική, η πρόβλεψη, η μελέτη των κινήσεων του αντιπάλου, η συνολική αντίληψη του χώρου και των συνθηκών. Δεν μιλάω για καιρικά φαινόμενα. Αυτά αντιμετωπίζονται.
Όπως στον πόλεμο. Επαγρύπνηση και σκέψη. Χωρίς τη δύναμη της σκέψης ο Βασιλιάς είναι γυμνός.
Δεν κάθεσαι ποτέ σε αναπαυτική πολυθρόνα. Έτσι και χαλάρωσες τη σκέψη, έχασες.
Ο αντίπαλος σχεδιάζει το ΜΑΤ.
ΜΑΤ σημαίνει φυλακή. Κάτι σαν τη πολιορκία του Μεσολογγίου. Το θέμα είναι να μη φτάσεις εκεί. Τότε ή παραδίνεσαι ή αυτοκτονείς. Και στις δυό περιπτώσεις είσαι χαμένος.
Κανένας δεν θέλει να είναι χαμένος. Αλλά έτσι όπως είναι στημένο το παιχνίδι, όπως και κάθε παιχνίδι, κάποιος χάνει, όταν ο άλλος κερδίζει.
Άμα δεν παίξεις ποτέ σκάκι, ούτε θα χάσεις, ούτε θα κερδίσεις. Αλλά ποτέ δεν θα έχεις δοκιμάσει, όπως στη ζωή. Μια αδιάφορη ζωή.
Στο σκάκι οι θέσεις είναι τετράγωνες, με γωνίες. Δεν έχει εδώ στρογγυλέματα και συμβιβασμούς. Δεν υπήρξε ποτέ σκάκι με στρόγγυλες θέσεις. Ούτε συγνώμη επιτρέπεται, άλλη κίνηση ήθελα να κάνω. Την έκανες.
Τα πιόνια είναι άσπρο- μαύρο. Διαλέγεις χρώμα. Προσωπικά διαφωνώ. Θα μπορούσε να είναι πολύχρωμα. Τίποτα στη ζωή δεν είναι άσπρο μαύρο. Εκτός βέβαια όταν βρίσκεσαι στο σταυροδρόμι και πρέπει να διαλέξεις με ποιους θα πας και ποιους θα αφήσεις. Στις κρίσιμες στιγμές χρειάζονται και κρίσιμες αποφάσεις. Αυτές καθορίζουν και την έκβαση του παιχνιδιού.
Είναι παιχνίδι σκληρό, πόλεμος γίνεται. Βασιλιάδες, Βασίλισσες, αξιωματικοί, άλογα, πύργοι και τα πιόνια. Τα πιόνια στο σκάκι δεν τα λογαριάζει κανείς. Η πρόφαση είναι. Όπως και στη ζωή.
Αρκετά με τη θεωρία.
Θες να σου μάθω;
Στην πράξη. Επειγόντως.
Σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς το σκάκι ή το καράτε, είναι άκρως απαραίτητα για την επιβίωση.

Ταξιδευτής
20 Σεπτεμβρίου 2012

Ποιός λαός;

Ποιός εναντιώνεται, που;
Ποιός ελεύθερα συλλογάται;
Πότε;
Έγκλειστοι στις φυλακές, περιχαρακωμένοι στα φλεγματικά μας κρεβάτια εν υπνώσει, δυνάστες εκατέρωθεν, πάνω από τα κεφάλια μας, κοράκια  που ραμφίζουν βίαια  σάρκες και νου.
Μηχανισμοί παντός είδους, στήνουν παγίδες στα πρώτα μας βήματα. Κουβαλάμε τις ανάπηρες ορέξεις μας, καταδικασμένοι λες από αυτό, το διαολεμένο προπατορικό αμάρτημα. Μεγαλώνουμε με μύθους και παραμύθια, ανακυκλώνουμε σαν σβούρες τη ζωή μας. Και η ανθρωπότητα ολόκληρη μισή μισή. Μισοί κτίζουν. Οι άλλοι μισοί γκρεμίζουν. Αιώνιος πόλεμος. Από τη γέννηση.
Ο  άνθρωπος φυλακή. Μακριά απ΄ την ελευθερία των ζώων, -που δεν καλλιέργησαν το νου.
Δες τη ξενοιασιά ενός σκύλου, κουνάει την ουρά του και περπατάει ανέμελα. Δες το ασήκωτο βήμα του ανθρώπου. Δες το βάρος που κουβαλάει, απ' την ώρα που γεννήθηκε.
Δεν αλλάζει ο άνθρωπος, πες. Μη γανιάζεις, έγραψες.
Είναι τόσο μικρή η ζωή μας, για να τη σπαταλάμε από φυλακή σε φυλακή. Όποια φυλακή. Της δομημένης απάνθρωπα κοινωνίας, της κάθε θρησκείας, του κάθε κομματικού μηχανισμού, του κάθε ναρκωτικού της σκέψης και της φαντασίας.
Σκοτώσαμε τον ανιδιοτελή έρωτα με τη φύση  και τη φύση μας, σκοτώσαμε την ποίηση της ζωής μας, ερπετά οι σκέψεις μας, της παράνοιας και της λογικής..
Πως να μη ζηλέψεις τα πουλιά με τις φτερούγες, τα στήθια που φτερουγίζουν.
Πώς να λύσεις αυτό το γόρδιο δεσμό, χωρίς κοφτερό δίκοπο μαχαίρι;

Ο δρόμος  της φυγής, φαντάζει ο μόνος δρόμος ελευθερίας.

Ταξιδευτής
20 Σεπτεμβρίου 2012

18 Σεπ 2012

Η φωτογραφία

Εκείνη τη νύχτα έβρεχε αστέρια. Ή νόμιζα εγώ ότι έβρεχε.
Ήταν από κείνες τις ζεστές μέρες του Αυγούστου. Ήμουν στο σπίτι της Μυρτώς. Καθόμασταν στο μπαλκόνι. Η πόλη είχε ανάψει τα φώτα. Υγρή, πηχτή ζέστη στην καρδιά του καλοκαιριού. Η θάλασσα χαμηλά, δεν κατάφερε να δροσίσει. Δεν φυσούσε. Πίναμε βότκα με λεμονάδα. Κάναμε μια συμφωνία. Δεν θα μιλήσουμε για τον Σεπτέμβρη που μας περίμενε. Κουβεντιάζαμε για άλλα. Για τα στάχυα του Ιούνη το καταμεσήμερο. Για την άχνα του πρωινού, στον Θεσσαλικό κάμπο. Για τα φθινοπωρινά φύλλα στα μονοπάτια του Κόζιακα. Για τα κρύσταλλα, στις σκεπές του χειμώνα στο Περτούλι. Για τα καταπράσινα ανοιξιάτικα λιβάδια.
Για κείνο το βράδυ που πίναμε στο «παραμύθι». Όλοι μαζί. Ένα βράδυ πριν τις εκλογές. Στο τέλος καταλήξαμε πάλι να τσακωθούμε.
Απέναντι τα γουργουλητά των γλάρων. Πάνω στις «χιονισμένες» στέγες του παλιού γυμνασίου. Κάτω οι καμάρες του παλιού υδραγωγείου. Η πόλη σχεδόν βουβή. Η απογευματινή θάλασσα ήταν ακόμα στο κορμί μας. Το αλάτι. Είχαμε γυρίσει αργά.
Ήμασταν και οι δυό σε μια άλλη πόλη.
Μιλούσαμε για βιβλία. Η Μυρτώ είναι μανιακή αναγνώστρια. Η μισή ζωή της είναι μες τα βιβλία. Η άλλη μισή στην ευγένεια του κόσμου.
Η Μυρτώ έλεγε ότι μόνο το μυθιστόρημα μπορεί να αποτυπώσει το όλον.
Είναι άλλο η φαντασία κι άλλο η ωμή καθημερινότητα. Είναι άλλο η φωτογραφία κι άλλο οι λεπτές αποχρώσεις του νου. Όταν δεν βρίσκεις τις λέξεις παίρνεις τη φωτογραφική μηχανή. Και συμπληρώνεις.
Εκείνη τη μέρα είχα φωτογραφήσει αρκετά. Η φωτογραφική μηχανή ήταν πάνω στο τραπέζι. Ούτε που την ακούμπησα.
Ξεφυλλίζοντας σήμερα φωτογραφίες απ’ το καλοκαίρι που πέρασε, είδα και τούτη.
Η μηχανή μας άκουγε.
Μόνη της τράβηξε αυτή τη φωτογραφία.

Ταξιδευτής
18 Σεπτεμβρίου 2012

13 Σεπ 2012

Η κόλαση είναι γύρω μας, μέσα μας.

Κάτι θέλω να γράψω. Έστω μια καλημέρα. Από κάπου να αντλήσω λίγη αισιοδοξία. Δεν μένουν και πολλά. Η κόλαση είναι γύρω μας. Μέσα μας. Τα γραπτά δείχνουν ότι εξαγνίζουν την πραγματικότητα. Η πραγματικότητα δεν αλλάζει όμως, με τα γραπτά. Γράφουμε γενικά, αόριστα, γράφουμε για τους άλλους. Οι άλλοι, είμαστε όμως εμείς.
Είμαστε μια μικρή χώρα, ευλογημένη απ' τη φύση.
Ζητάμε μια φυσιολογική ζωή. Δεν υπήρξε ποτέ. Δεν υπάρχει. Η ιστορία μας γεμάτη πολέμους, μίση, βία κι αδικία. Και πάνω σ ' αυτά η αναλγησία της πολιτικής, του υπερ-πλούτου και της εκμετάλλευσης. Η σκλαβιά στους Τούρκους 400 χρόνια. Οι εχθροί γείτονες. Ο πόλεμος του 40, ο εμφύλιος μετά. Η δικτατορία. Η μεταπολίτευση. Τα περισσότερα τα ακούσαμε, τα διαβάσαμε. Εκείνοι τα βίωσαν. Ο εφιάλτης του πολέμου. Πόσοι λαοί δεν βιώνουν τον πόλεμο και σήμερα. Η γενιά μας δεν βίωσε τον πόλεμο, με όπλα και αίμα. Υποτίθεται όλοι εμείς οι μεσήλικες πια ζήσαμε σ' ένα ειρηνικό περιβάλλον. Κι όμως δεν καταφέραμε τα αυτονόητα . Μας πήρε η μπάλα της παγκοσμιοποίησης. Δεν αντισταθήκαμε.  Υποταχθήκαμε. Υποδουλωθήκαμε από μόνοι μας αυτή τη φορά. Γιατί η μεγαλύτερη σκλαβιά είναι τούτη, της οικονομικής υποδούλωσης, με όλα τα δίχτυα της.
Οι ισχυροί και οι αδύνατοι του οικονομικού πλούτου. Του υλικού. Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει με την εσωτερική πληρότητα του ανθρώπου. Ένας πλήρης και υγιής συναισθηματικά άνθρωπος δεν έχει στο μυαλό του πως θα κατακτήσει οικονομικά πέρα απ' τα δύο μέτρα γης που του αντιστοιχούν. Ζει το θαύμα της ζωής. Τα απαραίτητα, ένα σπίτι, μια δουλειά και την υγεία του. Και απολαμβάνει τα απλόχερα της ζωής, μέσα από την ελευθερία της σκέψης, μέσα από την ισονομία και τη δικαιοσύνη της πολιτείας που ζει.
Οι ψυχικές αναπηρίες όλων μας, μια μάζα ανθρώπων που πηγαινοέρχεται κατά το δοκούν των πιο διεστραμμένων εγκεφάλων της ανθρωπότητας. Αυτές οι ψυχικές αναπηρίες προσπαθούν να γιατρευτούν με το φαίνεσθε, με την επίδειξη δύναμης, με την κατάκτηση της εξουσίας και τελικά ανάβουν τον πόλεμο.  Ματαιοδοξία ο άνθρωπος. Το μη τέλειο δημιούργημα του θεού. Ούτε ο θεός μπόρεσε. Ίσως γιατί δεν υπήρξε ποτέ. Χειρολαβή του ανθρώπου να πιαστεί, μέσα στην απελπισία του θανάτου. Το μεγαλύτερο εμπόριο, γίνεται πάνω στην ελπίδα.
Οι περισσότεροι πόλεμοι απόρροια της εξουσίας, του οικονομικού πλούτου και των θρησκειών. Οι ''δυνατοί'' εκμεταλλεύονται τα πλήθη των μαζών. Τους λαούς.  Άβουλες και άμοιρες οι μάζες;
Οι Εβραίοι υπέστησαν όσα δεινά απ' τον Χίτλερ και την ναζιστοπαρέα του κι όμως μυαλό δεν έβαλαν. Κάνουν ανάλογα στους Παλαιστίνιους.
Οι Γερμανοί κουβαλάν και θα κουβαλάν το στίγμα του ναζισμού των προγόνων τους. Κι όμως, το παίζουν υπερδύναμη και εξουσία πάνω στους συν-λαούς τους.
Κι εμείς; Εμείς τίποτα δεν καταλάβαμε μετά από όλα αυτά;
Βιώσαμε  τους πολέμους, τον εμφύλιο, τις δολοπλοκίες της εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής στο πετσί μας, τη δικτατορία, τον φαύλο κύκλο της μεταπολίτευσης.
Και σήμερα βιώνουμε την άνοδο του φασισμού. Όχι μόνο με το φαινόμενο της Χρυσής Αυγής, αλλά και με καθημερινές συμπεριφορές από πολέμιους υποτίθεται του ναζισμού.
Έλληνες που βλέπουν τους αλλόθρησκους σαν κατακτητές, τους Αλβανούς σαν σκουπίδια  και τους πακιστανούς σαν σκουλήκια. Και αντί να βάλουν ενάντια στον ντόπιο φασισμό της εξουσίας, που αναγεννάει το πρόβλημα, σε συνεργασία βέβαια πάντα με την άλλη εξουσία των δυτικών δήθεν συμμάχων, υποδαυλίζουν ακόμα περισσότερο τη φωτιά του ναζισμού.
Για πια δημοκρατία μιλάμε;
Η εποχή της άγριας ζούγκλας είναι εδώ.
Ένας ιός απλώνεται επικίνδυνα αν δεν τον καταπολεμήσουμε, πριν είναι αργά.
Γιατί και ο άνθρωπος μέσα σε συνθήκες ζούγκλας γίνεται θηρίο.

Ταξιδευτής
13 Σεπτεμβρίου 2012


Δάντης και ο Βιργίλιος στην κόλαση
από τον William-Adolphe Bouguereau (1850)




 

5 Σεπ 2012

Η απαγωγή

Όταν σταμάτησε ξαφνικά το κίτρινο κλειστό φορτηγάκι, μιλούσα στο κινητό. Είναι η μόνη μάρτυς όσων επακολούθησαν.

Ο δρόμος είναι στην άκρη της πόλης, κοντά στο σπίτι μου και αρκετά φωτισμένος. Η διαδρομή σκοτεινιάζει που και που, γιατί οι περισσότερες λάμπες έχουν καεί. Περπατάω συνήθως μια ώρα κάθε βράδυ. Πέντε φορές από χίλια μέτρα. Τον ξέρω απ’ έξω και ανακατωτά. Κι αυτός με ξέρει. Περπατούν κι άλλοι, όλες τις ώρες. Διπλής κατεύθυνσης με μεγάλα τσιμεντένια πεζοδρόμια. Περπατάω χρόνια.

Εκείνη τη ώρα ήμουν ο μόνος περιπατητής.

Το Volkswagen. κόλλησε δίπλα μου. Άνοιξαν οι πόρτες του σχεδόν αυτόματα, με άρπαξαν οι δυό τύποι, ούτε κατάλαβα πως βρέθηκα μες την κλούβα. Ο χοντρός, σαν τον Βενιζέλο, δεν κουνήθηκε απ’ το τιμόνι, σανίδωσε το γκάζι κι έφυγε. Δηλαδή φύγαμε όλοι μαζί.

Πρόλαβα και είδα τους απαγωγείς μου, δεν φορούσαν μάσκες. Ο ένας ήταν λεπτός, ψηλός με μια ηλίθια φάτσα, φορούσε γυαλιά, σαν τον Σαμαρά. Ο άλλος μετρίου αναστήματος, ασπρομάλλης και κατσαρομάλλης, με μουστάκι, θύμιζε μαϊμού το πρόσωπό του, κάτι σαν τον Κουβέλη. Αυτός μου έδεσε τα χέρια πίσω, με ένα σκοινί νάιλον, σαν αυτό που έχει η μάνα μου στον κήπο κι απλώνει την μπουγάδα. Ο άλλος ο ψηλός μου φόρεσε μια κουκούλα.

Μίλαγαν μια γλώσσα συνθηματική μεταξύ τους, ακαταλαβίστικη σε μένα. Είναι τα τελευταία επώδυνα μέτρα. Έλεγε ο ένας. Με επιφύλαξη, έλεγε ο άλλος. Με πέταξαν σαν σακί στη γωνία της καρότσας και κουβέντιαζαν μεταξύ τους. Μυστήρια, εμπιστευτικά, σαν Μασόνοι σε Στοά.
Κατάλαβα όταν μπήκαμε στο χωματόδρομο, από τα σκαμπανεβάσματα της κλούβας. Μύριζε σάπιο κρέας και άρωμα από λεμόνι. Υπέθεσα ότι είχαμε μπει στο λεμονοδάσος του Κερατόκαμπου. Μισή ώρα έξω απ’ τη πόλη.
Το αίμα μου είχε ανεβεί στο κεφάλι, κουλουριάστηκα. Φώναζα, δεν μ’ άκουγαν.Το στόμα μου κόλλησε. Νερό φώναζα. Λιποθύμησα, δεν θυμάμαι. Αν λιποθύμησα, ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου. Αλλά και πρώτη φορά με απήγαγαν τόσο βίαια.
Βρέθηκα μετά από ώρα-ες σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο. Δεν υπήρχε τίποτα άλλο, μόνο σκοτάδι. Ούτε παράθυρο, ούτε έπιπλα, το πάτωμα ήταν σανιδένιο. Ήμουν ολόγυμνος.
Χωρίς σώβρακο, χωρίς κινητό.

Κυρία μην ανησυχείτε, ο άντρας σας είναι καλά, μια χαμογελαστή αντρική φωνή. Όλα θα πάνε καλά!
- Ποιός είστε; Που είναι ο άντρας μου; Θα ήταν μετά τις τέσσερις το πρωί.
Η γυναίκα μου ήδη είχε δηλώσει την ανησυχία της στην αστυνομία, εκείνοι την καθησύχασαν και της είπαν απλά, θα περιμένουμε.

Ο τύπος με το μουστάκι άνοιξε την πόρτα, μπήκε λίγο φως μέσα στο θεοσκόταδο, σαν φάντασμα τον είδα, έβαλε το μαϊμουδίσιο κεφάλι του μες το δωμάτιο και είπε:
-Μην ανησυχείτε όλα θα πάνε καλά. Εγώ είμαι μαζί σας.
Έκλεισε απαλά την πόρτα και πάλι πίσσα.
Ο πληθυντικός μόνο μου έλειπε τώρα, είπα μέσα μου.

Εξαφανίστηκε χτες βράδυ ο γνωστός συμπολίτης μας Κωστής Ταξιδεύων . Όπως κάθε βράδυ συνήθιζε να περπατάει κάθε βράδυ στην οδό Ουτοπίας. Συνήθως γύριζε μετά από μια ώρα τάχιστου βαδίσματος. Βγήκε με το σορτσάκι του, τα αθλητικά παπούτσια του και το κινητό του, γύρω στις 11. Όταν γύρω στις 12 και 30 τον αναζήτησε η γυναίκα του, το κινητό του έδειχνε να μιλάει. Η οδός Oυτοπίας είναι ένας δρόμος που περπατάνε πολλοί συμπολίτες μας. Όποιος τον είδε να τηλεφωνήσει στο σταθμό μας. Κάθε πληροφορία θα είναι χρήσιμη. Εικάζεται ότι είναι θύμα απαγωγής. Η γυναίκα του και η αστυνομία δεν μας δίνουν καμιά πληροφορία για την ώρα Παρακολουθούμε την εξέλιξη και θα σας ενημερώσουμε μόλις κι εμείς μάθουμε κάτι.

Μετά τις 1 τη νύχτα το κινητό του χτυπούσε, αλλά δεν απαντούσε.

Ο Κωστής Ταξιδεύων τα έβλεπε όλα σκούρα μπλε, μες το σκοτάδι. Όπως όταν έλουζε τα μαλλιά του, με τα μάτια κλειστά. Ένας μεγάλος φωτεινός μπλε κύκλος. Τώρα ολόγυμνος έκανε βόλτες μέσα σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο. Θέλησε να κατουρήσει. Κατούρησε στο πάτωμα. Σκέφθηκε ότι απόψε έχει πανσέληνο και δεν θα μπορέσει να δει την καμάρα του, όταν κάθε πανσέληνο του άρεσε να κατουράει στην εξοχή. Ακόμα και τα ούρα χρυσίζουν στο φως της πανσέληνου.

Μια φτιασιδωμένη γριά άνοιξε την πόρτα. Ίδια η Μέρκελ. Κρατούσε ένα δίσκο. Τον άφησε στο πάτωμα και έφυγε αφήνοντας πίσω χαοτικό σκοτάδι. Είχε πάνω μόνο ένα αγγούρι. Με ξύδι. Πεινούσα. Το έφαγα.
Μετά από λίγο ανοίγει την πόρτα, ένας τύπος με ιατρική ποδιά και χοντρά γυαλιά μυωπίας, κάτι σαν τον Μάνο, κρατούσε μια σύριγγα.
Από μικρός φοβάμαι τις ενέσεις,. Κάθε φορά που πάταγα ένα καρφί, ένεση. Αντιτετανικός ορός. Την άλλη φορά που έπεσε ο τυροτενεκές στο κεφάλι μου, τον στέγνωνε η γιαγιά στα τσίγκια, εγώ δεν έφταιγα, ένεση. Την φορά που έκανα τραμπάλα πάνω σ’ ένα κλωνάρι καρυδιάς και έπεσα πάνω στο αγκαθωτό σύρμα του φράχτη αποκάτω, ένεση. Εκείνη τη φορά θυμάμαι ότι δεν ήξερα καθόλου σωματογεωγραφία κι έλεγα ότι βγήκε το έντερο έξω στο μπράτσο. Ένεση αυτοί. Ποιοι αυτοί, οι μπαμπάς δηλαδή. Ούτε 7 χρονών δεν θα ήμουνα. Μετά δεν ξαναέκανα ένεση. Και τώρα ο τρελογιατρός, ένεση λέει.
Κάθε φορά με κυνηγούσε ο πατέρας μου για αυτή την ένεση στις πλαγιές του χωριού, τώρα ένας χοντρός με ιατρική ποδιά μέσα σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο. Κι εγώ ολόγυμνος, τον πούστη. Φώναξε ακόμα έναν φουσκωτό και με εγκλώβισε όσο και αν κλώτσαγα. Μετά από σαράντα χρόνια με τρύπησε η βελόνα. Ένα υγρό σαν δηλητήριο σκορπιού ένοιωσα να κυλάει μέσα στο σώμα μου. Στο χέρι που έχουμε όλοι εμείς μια σφραγίδα, πάλι από ένεση. Αλλά με ξυραφάκι, όχι με βελόνα. Έσκιζαν το δέρμα και έριχναν το φάρμακο μέσα στη χαρακιά. Πάλι με κυνηγούσε γύρω απ’το σχολείο ο θείος καθηγητής τότε. Άκουγα ένεση και το ’βαζα στα πόδια. Και τώρα έγκλειστος, Που να τρέξεις μέσα σ’ ένα μαύρο δωμάτιο 3 επί 4;
Έφυγαν, τράβηξαν την πόρτα κι έφυγαν. Αμίλητοι. Από μέσα δεν υπήρχε χερούλι. Το Θεό τους μέσα . Τι άνθρωποι είναι αυτοί;
 Η πόρτα ξανάνοιξε αρκετές ώρες αργότερα, άρχισα να χάνω το χρόνο. Μια ψηλή κολόγρια, αγέλαστη, κάτι σαν την Κριστίν Λαγκάρντ, έφερε άλλο δίσκο. Τον άφησε στο πάτωμα κι έφυγε. Είχε πάνω μόνο μια ντομάτα. Πεινούσα. Την έφαγα όπως τρως ένα μήλο.
 Παράξενα άρχισα να ηρεμώ και να προσαρμόζομαι. Είχα σκεφθεί χιλιάδες πράγματα. Δεν σκεφτόμουν πια τίποτα. Με πήρε ο ύπνος. Γυμνός στα σανίδια.

Θυμάμαι μόνο την τελευταία σκέψη μου, ότι έξω είχε πανσέληνο κι εγώ κατουρούσα -σχηματίζοντας καμάρα-στο γκαζόν του κήπου, δίπλα να μοσχοβολάνε οι μαντζουράνες, οι ντάλιες, ο βασιλικός, οι τριανταφυλλιές, η αχλαδιά γεμάτη αχλάδια, η συκιά, να λαμπυρίζουν τα ρόδα, η κυδωνιά με αγένωτα ακόμα τα κυδώνια, ένα ταψί φουντούκια απ’ τη φουντουκιά. Το φεγγάρι μπλε τα φώτιζε όλα, όλα έμοιαζαν σαν θάλασσα με γαληνεμένο κύμα κι εγώ να κατουράω σαν τον πιτσιρικά της πλατείας που χρόνια ολόκληρα ολόγυμνος πετάει νερό απ’ το στόμα και κατουράει διαρκώς. Νερό φώναξα. Μέσα σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο, ερμητικά κλειστό.

Η εξαφάνιση μου πήρε διαστάσεις απαγωγής. Μετά τη μαρτυρία της γυναίκας μου, ότι δέχεται κάθε επτά ώρες τηλέφωνο από ανώνυμη κλήση.
Καλησπέρα σας, Μην ανησυχείτε ο άντρας σας είναι καλά. Η ίδια εκνευριστική φωνή.
-Τι θέλετε, που είναι, ποιοι είστε;
-Τίποτα κυρία μου, ο άντρας σας σύντομα θα είναι κοντά σας.
-Πόσο σύντομα, τι εννοείτε;

Ο Κωστής Ταξιδεύων σπούδασε Ωκεανολόγος στην Αγγλία παρασυρμένος από τις καταβυθίσεις του Κουστώ. Αναγκάστηκε όμως να επιστρέψει στην Ελλάδα και επειδή εδώ δεν έχουμε ωκεανούς- έχουμε μόνο πελάγη, βρήκε δουλειά στην Ελληνική Ορνοθογική Εταιρεία. Τα τελευταία χρόνια μελετούσε δύο ζευγάρια από Γύπες, κοντά στα Μετέωρα και στον Κόζιακα. Έπαιρνε καλά λεφτά από ένα πρόγραμμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και στους τέσσερις Γύπες έβαλε πομπούς και παρατηρούσε κάθε κίνησή τους. Το χειμώνα οι Γύπες ταξίδευαν στην Αφρική. Ταξίδευε συχνά κι αυτός εκεί, αν και μέσω δορυφόρου ήξερε ανά πάσα στιγμή που είναι και τι κάνουν. Τον τελευταίο καιρό ήταν στενοχωρημένος από τον θάνατο του ενός αρσενικού. Οι κυνηγοί, αυτοί οι μαλάκες ρίχνουν φόλες να σκοτώνουν τα αδέσποτα κυνηγόσκυλα να μην τρώνε αυτά τους λαγούς και τη φόλα την έφαγε ο Γύπας. Παρ’ όλο που διέκρινε την κίνηση αυτή από την οθόνη του υπολογιστή του, δεν πρόλαβε λόγω απόστασης εκείνη τη μέρα το μοιραίο. Έλειπε στην Αθήνα.

Δυό Ιατροφορεμένοι άνοιξαν την πόρτα του σκοτεινού δωματίου. Τα μάτια μου τυφλώθηκαν από το ξαφνικό άπλετο φως. Θα ήταν πρωί προς μεσημέρι. Τόση λάμψη.
Ήμουν παράξενα ήρεμος και νηφάλιος.
Με έβαλαν πάνω σ’ ένα νοσοκομειακό καροτσάκι, με σκέπασαν μ’ ένα πορτοκαλί σεντόνι και με οδήγησαν μέσα από ένα μακρύ διάδρομο, γεμάτο ασημί πόρτες ως το βάθος. Έστριψαν δεξιά, άλλος φαρδύς διάδρομος με πρασινοκίτρινες πόρτες, η κάθε μία τον αριθμό της. Απέναντι δυό πόρτες άνοιξαν διάπλατα και βρέθηκα στο διάστημα των μηχανημάτων. Κάτι σαν πυρηνικό εργαστήριο. Καρδιογραφήματα παντού. Οι δυό συνοδοί με σήκωσαν και με τοποθέτησαν πάνω στο κρεβάτι του Προκρούστη.
-Θα σε φέρουμε στα μέτρα μας. Είπαν μόνο.
-Δηλαδή; Το μόνο που είπα.
-Θα σε κάνουμε έναν φυσιολογικό άνθρωπο. Ευτυχισμένο.
Μου έδωσαν να πιω ένα ποτήρι νερό. Μύριζε ιώδιο.
Από εκεί και μετά δεν θυμάμαι τίποτα.

Είχαν περάσει εννέα μέρες, η ανώνυμη φωνή συνέχιζε να τηλεφωνεί κάθε επτά ώρες και να λέει το μονότονο: Κυρία μην ανησυχείτε, ο άντρας σας είναι καλά, σύντομα θα είναι κοντά σας. Τίποτα άλλο. Η φωνή ήταν αλλοιωμένη και κανένα μηχάνημα δεν μπορούσε να εντοπίσει την περιοχή. Το θέμα της απαγωγής μου είχε πάρει διαστάσεις. Γινόταν καθημερινή αναφορά πια και από τα κεντρικά δελτία των Αθηνών. Ήταν ολοφάνερο πια ότι είχα απαχθεί. Η γυναίκα μου αν και τη συμβούλευσαν να κρατήσει τη σιωπή της, μίλησε.

Υπήρχε μία και μοναδική μάρτυς. Εκείνη που μιλούσα μαζί της την ώρα της απαγωγής. Είχα προλάβει να κρύψω το κινητό στην εσωτερική τσέπη αστραπιαία.
Άκουσε τις αντιδράσεις μου, τις δικές τους κουβέντες. ''Τα τελευταία επώδυνα μέτρα'' και όσα δεν άκουσα εγώ, το κεφάλι μου είχε γεμίσει αίμα εκείνη την ώρα. Ως τις 1 που φθάσαμε στο καταφύγιο των απαγωγέων και μου τα πήραν όλα. Και τα σώβρακα.

Το φεγγάρι ξεχάσθηκε μισό, λευκό, στον αχνό μπλε καθαρό ουρανό του Σεπτέμβρη. Ο ήλιος απ’ την ανατολή και κείνη τη μέρα, αιώνες η ίδια διαδρομή, έλουζε τους δρουσουλίτες της νύχτας.

Στην πρωινή εκπομπή ''η άλλη κόψη'', του Λευτέρη Μύτουλα, η συζήτηση άναψε. Το θέμα ήταν η απαγωγή και η επινόηση της πραγματικότητας.
 Στη τηλεφωνική γραμμή έχουμε την κυρία Εβανς Μπλουμ Ελληνοαμερικανίδα , παλιά φωτογράφο του National Geograpfic. Είναι η κυρία που το βράδυ απαγωγής μιλούσε με τον Ταξιδεύοντα στο κινητό. Την ακούμε:
''Καλημέρα , good morning! Εκείνο το βράδυ της πανσέληνου, από ένα λάθος τηλεφώνημα βρέθηκα να μιλάω με τον Κωστή Ταξιδεύοντα. Τα τελευταία χρόνια η όρασή μου είναι μειωμένη, αν είδαν τα μάτια μου ομορφιά κι ασχήμια, ένα νούμερο πήρα λάθος, το τελευταίο, αντί για 6, 9. Απάντησε μια ευγενική φωνή με τη λέξη, Αγάπη μου.
Περίμενα να ακούσω τη φωνή του σοφέρ μου. Θα πήγαινα στο Αστεροσκοπείο Αθηνών, τελευταία παρακολουθώ τη νύχτα ένα αστέρι.. Τον Ξενοφώντα μου.
-Who is;
-Ο Κωστής Ταξιδεύων
-Συγνώμη, λάθος πήρα;
-Σωστά πήρατε
-Τι κάνεις;
-Περπατώ στα σύννεφα.
-Με τέτοιο Ουρανό απόψε; Που πατάς;
-Κρατιέμαι από ένα αστέρι;
Κάπως έτσι ξεκίνησε η συνομιλία μας. Μεταξύ σοβαρού κι αστείου. Μιλούσαμε πάνω από μισή ώρα και κατάλαβα αρκετά για αυτόν τον άνθρωπο.
Όταν ξαφνικά άκουσα εκείνο το διαπεραστικό μπιμπ στο τηλέφωνο, σαν να με κατάπιε και μένα μαζί του μία χοάνη ωκεάνιου κύματος. Άκουγα απ’ την ανοιχτή γραμμή πράγματα που δεν μπορώ να σας τα μεταφέρω εδώ, θα τα δείτε όμως δημοσιευμένα στο τεύχος του National Geografic του Δεκεμβρίου. Έχω ενημερώσει τη γυναίκα του. Σας λέω μόνο ότι ο Κωστής Ταξιδεύων θα είναι ελεύθερος ξανά σε 21 μέρες από την απαγωγή του. Δεν θα είναι όμως ο ίδιος άνθρωπος. Εξωτερικά ολόιδιος, εσωτερικά εννοώ. Στην πολύχρονη περιπλάνηση μου ανά τον κόσμο δεν είναι η πρώτη φορά που συναντώ ανάλογη περίπτωση. Παρατηρώ τι λένε στις ειδήσεις και πως τηρούνται οι κόκκινες γραμμές. Αυτά συμβαίνουν σε χώρες σαν τη δική μας, λέω δική μας γιατί νοιώθω μισή Ελληνίδα, όταν βρίσκονται σε στάδιο πειραματόζωου''.
Ο Μύτουλας δημοσιογράφος προσπαθούσε να διακόψει συνεχώς με ερωτήσεις. Η κυρία Μπλουμ του είπε ότι είναι κι αυτή κατά κάποιο τρόπο δημοσιογράφος, ερευνήτρια και φωτογράφος και πρέπει να σεβασθεί το επόμενο θέμα της, μια έρευνα ζωής.
Η κυρία Μπλουμ χαιρέτησε ευγενικά και έκλεισε το τηλέφωνο.
Ουσιαστικά φούντωσε τα αναπάντητα ερωτήματα και δεν είπε τίποτα.

Περιπλανιόμουν νιρβάνα μέσα σ’ ένα κτίριο που θύμιζε εντατική νοσοκομείου. Δεν είχα πια εκείνο το βάρος στο στήθος μου. Δεν με ένοιαζαν τα προβλήματα, ούτε τα δικά μου, ούτε του κόσμου. Συνομιλούσα με έναν τύπο σε αναπηρικό καροτσάκι, κάτι σαν τον Σόιμπλε λες και δεν συνέβαινε τίποτα, λες και έξω οι άνθρωποι δεν αργοπέθαιναν κάτω από τη δικτατορία των τρο ι κανών. Δεν μ’ ένοιαζε πια τίποτα.
Μια ξανθιά με πράσινα μάτια και πλούσιες καμπύλες στο τηλεφωνικό κέντρο, σαν κατσαρίδα την έβλεπα.
Την τελευταία μέρα μου είπαν, ότι πλήρωσαν όλα τα χρέη μου στην τράπεζα, ότι πια είμαστε φίλοι, ότι δεν πρέπει να αφήνουμε τα ζιζάνια ανάμεσα στα λουλούδια, ότι όσο οι άνθρωποι είναι έφηβοι δικαιολογείται να αμφισβητούν, μετά δεν δικαιολογείται, και άλλα τέτοια.

Το πρωί της 21ης Σεπτεμβρίου ήταν το τελευταίο τηλεφώνημα στη γυναίκα μου. Η σπαστική φωνή είπε:
"Ο άντρας σας είναι ελεύθερος. Θα πάτε να τον παραλάβετε στην παραλία του Αρμενιστή. Στο μόλο Χανιώτη".

Στις 21 Δεκέμβρη διάβασα την έρευνα της κυρίας Μπλούμ στο National Geografic.
Ήξερα πια, ότι στο αίμα μου είχα τον ηλεκτρονικό ιό με την ονομασία ''Καμένος''. Όπως οι περισσότεροι.


Ταξιδευτής
5 Σεπτεμβρίου 2012



4 Σεπ 2012

Εσύ

Ένα καράβι κι ένα φεγγάρι
Απόψε η ζωή μου
Εσύ και τα δυό
Κι εγώ;
Μισός στο καράβι
Μισός στο φεγγάρι
Ολόκληρος Εσύ.

Κωστής Ταξιδεύων
4 Σεπτεμβρίου 2012