10 Οκτ 2013

Πάθος για τη ζωή, μίσος για τον πόλεμο










 


 





Τα χρόνια μας μετρημένα πάνω στη γη. Μετά κάτω απ' τη γη. Όλα σκοτάδι.
Ας ζήσουμε το φως. Απ' όλες τις χαραμάδες. Ας περπατήσουμε δρόμους με ονόματα, δρόμους που περπάτησαν κι άλλοι πριν από μας. Κι άφησαν ίχνη.
'Ιχνη ανθρώπινης μεγαλοπρέπειας, ίχνη αξιοσύνης. Ας σκοτώσουμε κάθε φασισμό μέσα μας και έξω μας. Πιότερο απ' όλα o Άνθρωπος. Ο συναισθηματικά σκεπτόμενος άνθρωπος. Αυτό το σκουλήκι, ο υπ-άνθρωπος λογιστής- υπολογιστής, κατατρώει τα σπλάχνα της ανθρωπότητας. Γεννάει τον πόλεμο. Εμείς παλεύουμε για την ειρήνη. Αυτό το θαύμα της ζωής που μας χαρίστηκε δεν το χαραμίζουμε στην άνυδρη καθημερινότητα της επιβίωσης. Πάθος για τη ζωή, μίσος για τον πόλεμο. Η γη, η θάλασσα, ο ουρανός μας αγκαλιάζουν.
Μας σκοτώνει ο πόλεμος, η βία, ο άνθρωπος- μάζα, ο άνθρωπος εμπόρευμα.
Μας λυτρώνει ο έρωτας, η φύση, η ομορφιά.

Ταξιδευτής
10 Οκτωβρίου 2013

7 Οκτ 2013

Σαν μια νεράιδα στην αγκαλιά σου

Ατέλειωτο πράσινο, ανοιχτός ουρανός, απέραντο γαλάζιο. Καστανιές γεμάτο κάστανα, μηλιές, συκιές, αμπέλια, κάθε λογής δέντρα απλώνονται ζωγραφιά στο βουνό των Κενταύρων. Πάνω ο oυρανός, κάτω η θάλασσα. Πήρε να φουντώνουν τα σύννεφα, οι πρώτες υγρές σταγόνες του φθινοπώρου. O Μυλοπόταμος αγκάλιαζε τρυφερά τους εναπομείναντες του καλοκαιριού. Τέλη Σεπτέμβρη η θάλασσα ζεστή ακόμα, ιρίδιζε τα χρώματα του βουνού. Μοναδικός προορισμός το Πήλιο στη καρδιά της Ελλάδος. Εδώ σμίγουν όλες οι αισθήσεις, κάτω από μια καρυδιά αγναντεύοντας το Αιγαίο. Εδώ σμίγει και η νοσταλγία με τ όνειρο, ο έρωτας με την επανάσταση, ένα βιβλίο στη τσέπη και ραντεβού στον παράδεισο.

Ταξιδευτής
Πήλιο 7 Οκτωβρίου 2013

20 Σεπ 2013

Η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση



Είσαι δυνατός, είσαι πελάτης τους, εξυπηρετείς τα συμφέροντά τους, θα σου κάνουν μετάνοιες, θα σε γλείψουν, όλοι θα σε θέλουν με τα πιο εγκωμιαστικά υποκριτικά λόγια τους. Θα κερδίσουν βέβαια οικονομικά από σένα, θα σε εκμεταλλευτούν, όπως μπορούν.
Δεν είσαι πια, θα σε πετάξουν στο δρόμο, θα σε φτύσουν.
Οι ηλίθιοι δεν έχουν συγκεκριμένη πηγή προέλευσης, βρίσκονται σε όλα τα επίπεδα κοινωνικής και επιστημονικής μόρφωσης, λέει ο Κάρλο Μ. Τσιπόλα (1922-2000), Ιταλός ιστορικός της οικονομίας.
Στην οικονομία δεν υπάρχουν φίλοι, υπάρχει εμπόρευμα, πουλάω και αγοράζω, αρκεί ο σκοπός να αγιάζει τα μέσα.
Κάποτε φοιτητής στη Θεσσαλονίκη, -περπατούσαμε έξω από μαγαζιά της Εγνατίας και οι κράχτες των καταστημάτων μας φώναζαν, περάστε, παντελόνια, παπούτσια, στα Γιάννενα, στο νησάκι της κυρα- Φροσύνης με το ζόρι να φας ποδαράκια από βατράχους, στη λαϊκή σε τραβάνε απ’ το χέρι να δεις την πραμάτεια….
Από τότε ήξερα, ότι ποτέ δεν θα ήθελα να γίνω έμπορας. Σχεδόν αηδίαζα αυτή την κατάντια.
Να όμως που έγινα Βιβλιοπώλης, δίχως στα 25 μου, να υποπτεύομαι ότι έμπαινα σ΄ αυτό το λούκι που μισούσα. Και ακόμα το μισώ. Προσπάθησα κατά καιρούς με διάφορα τσιτάτα του στυλ, ότι είμαστε όλοι έμποροι,- όταν ο νέοι καλλωπίζονται μπροστά στον καθρέφτη, να πουλήσουν το κάλος στη ερωμένη τους θέλουν, όταν ο γιατρός σου παίρνει το πενηντάρικο για ένα δεκάλεπτο επίσκεψης, όταν ο εκπαιδευτικός στα ιδιαίτερα τα παίρνει μαύρα, ναι, είμαστε όλοι έμποροι έλεγα, τελικά εμπόριο είναι η ζωή.
Ουδείς αχαριστότερος του ευεργετηθέντος, έλεγαν οι αρχαίοι( Καλλίμαχος) και οι νεοέλληνες το έκαναν σημαία τους. Λάβαρο δηλαδή.
Βέβαια οι δρόμοι του εμπορίου ανοίγουν ορίζοντες. Οι Έλληνες στη Μαύρη θάλασσα και οι δρόμοι του μεταξιού. Οι λαοί αλλάζουν προϊόντα και πολιτισμούς.
Δυστυχώς φίλοι μου, οι νόμοι και οι παρανόμοι ισχύουν και στο χώρο του βιβλίου, με την σκληρότερη μορφή που μπορεί κανένας να φαντασθεί..
Με την πρώτη ευκαιρία-δυσκολία όλα ξεπουλιούνται, συνεργασίες, φιλίες, κανόνες, άγραφοι και γραμμένοι νόμοι.
Αφορμή αυτού του σχολίου, μια πριν από λίγο κουβέντα με κάποιον εκδότη. Ξεπούλησαν τους βιβλιοπώλες -συνεργάτες τους, στο όνομα του κέρδους και μόνο. Εφημερίδες, παζάρια, σουπερ μάρκετ, μανάβικα, παραμερισμός των βιβλιοπωλείων με απευθείας πωλήσεις λιανικής σε ιδιώτες και φροντιστήρια.
Ξεχνάνε ότι αν είναι αυτοί που είναι , στηρίχτηκαν στις πλάτες των Βιβλιοπωλών.
Ο νόμος της ζούγκλας πριν απ΄ όλα ισχύει στο εμπόριο, ίδιος και απαράλλακτος και στο χώρο του βιβλίου, που κάποτε νόμιζα ότι αυτόν τον δρόμο τον ακολουθούσαν άνθρωποι που ήθελαν να αλλάξουν τον κόσμο.
Φυσικά και υπάρχουν εξαιρέσεις, για τον κανόνα γράφουμε,-όταν γράφουμε.

Τα εναπομείναντα ζωντανά βιβλιοπωλεία, είναι καιρός να περάσουν στην επίθεση.
Να αποκλείσουν όλους όσους , τους βλέπουν ένα νούμερο στα λογιστικά βιβλία τους και μόνο.

υ.γ. Αυτό το σχόλιο είχε γραφεί στο πόδι το πρωί, με πολλά λάθη. Το έσβησα και το διόρθωσα χωρίς καμιά ουσιαστική αλλαγή, και φυσικά είναι λίγο, πολύ λίγο σε σχέση με ότι συνέβηκε και συμβαίνει και στο χώρο του βιβλίου. Εν καιρώ…


Ταξιδευτής
20 Σεπτεμβρίου 2013


17 Σεπ 2013

Για Φαντάσου

"Έχουμε καταντήσει
να εξηγούμε τα πάντα
ακόμα και τα δάκρυά μας"

Εμίλ Σιοράν


Για φαντάσου ένα σχολείο όαση στην έρημο, ένα σχολείο γεμάτο από δρόμους του ονείρου ή ένα κλεμμένο κομμάτι του χαμένου παραδείσου.
Ένα σχολείο καλύτερο από το σπίτι μας, με ένα χαμόγελο μεγαλύτερο από την αγάπη της γιαγιάς στα εγγόνια.
Καλά σταματάω, δεν είναι και τόσο χάλια το σχολείο, ώστε αρκετοί μαθητές σαν βάσανο να το βλέπουν. Ίσως επειδή καλλιεργεί τον πρωταθλητισμό με κάθε λογής αναβολικά.
Μα δεν μπορούν να είναι όλα τα παιδιά πρωταθλητές!
Αυτό επιμένει όμως να τα αγχώνει, να τα βαθμολογεί, να τα στρεσάρει, να τα στριμώχνει, να τα εξειδικεύει, να τα αποπροσανατολίζει, να τους κάνει αβίωτη την εφηβεία με δύσκολα-άλυτα θέματα στις εξετάσεις, -δεν θέλουν όλα τα παιδιά να τα αναγκάζουν στο φροντιστήριο, μήπως γι’ αυτό δεν τα εκβίασε το καλοκαίρι με τα θέματα, και στο τέλος αυτά που θέλουν να μάθουν, να μην τα μαθαίνουν!

Τα σχολεία δίχως ή με κλειστές βιβλιοθήκες, τα σχολεία χωρίς θέατρο και σινεμά, χωρίς ποίηση και έρωτα, τα σχολεία δίχως κριτική σκέψη,- τα παιδιά δεν είναι παπαγάλοι, τα σχολεία που δεν σέβονται την ιδιαιτερότητα κάθε παιδιού, τα σχολεία του ενός και μοναδικού βιβλίου, τα σχολεία που καλλιεργούν τον φόβο της αποτυχίας.
Που είναι το σχολείο της ισονομίας, της αλληλεγγύης, της ερωτικής μάθησης, της δίψας για ζωή;

Το σχολείο δεν είναι Πανεπιστήμιο! Είναι σχολείο ζωής και όχι αγώνας στίβου μετ΄ εμποδίων....
Το σχολείο μαθαίνει τη ζωή, το Πανεπιστήμιο εξειδικεύει και απαιτεί, ναι το πανεπιστήμιο να απαιτεί γνώση και έρευνα επιστημονική!

Όχι δεν λέμε να μη μαθαίνουμε μαθηματικά, αλλά όχι τα ακαταλαβίστικα, αυτά που θέλουν μαθηματικές ιδιοφυίες να τα καταλάβουν, και φυσική και χημεία να μαθαίνουμε, και ιστορία, αυτή η ιστορία με τις λεπτομέρειες τις πολλές και τις αριθμομνημονεύσεις τις βασανιστικές και τέλος πάντων και υπολογιστές θέλουμε να μαθαίνουμε, όλο θρησκευτικά, θρησκευτικά.

Για φαντάσου ένα άλλο σχολείο, ανοιχτό, με διάλογο, με τέχνη και τέχνη ζωής.
Ένα σχολείο που να ετοιμάζει ένα καινούριο κόσμο, χωρίς προκαταλήψεις, ένα κόσμο δίχως στείρες αντιπαραθέσεις και- ισόνομης πολιτείας. Ένα κόσμο για τους πολλούς και όχι για τους λίγους, δίχως πολέμους και φράχτες.

Για Φαντάσου
Για φαντάσου τους καθηγητές στα σχολεία και ένα άλλο σχολείο, αυτό που θα κάνει κάποιους να βγάζουν κόκκινα σπυράκια στα τροφαντά μαγουλάκια τους.

Ας ξεκινήσουμε λοιπόν το μάθημα σήμερα με το θεατρικό, Δεν πληρώνω, Δεν πληρώνω, του Νταριο Φο... Ας το ανεβάσουμε, αρχίζουμε πρόβες...

16 Σεπ 2013

Το παράδειγμα της ΕΡΤ σε όλους τους χώρους

Η συμμετοχή στην απεργία των εκπαιδευτικών άγγιξε σήμερα το 90% στα περισσότερα σχολεία. Αυτό είναι καλό, γιατί όλοι αναγνωρίζουν το τεράστιο πρόβλημα. Δεν είναι μόνο η διαθεσιμότητα, είναι όλο το δεν πάει πουθενά, ένα σχολείο χωρίς αντίκρισμα, ένα σχολείο με προμετωπίδα την παραπαιδεία και με κανένα εντελώς Όνειρο. Λες και οι μαθητές δεν ξέρουν τι συμβαίνει στα σπίτια τους.
Έτσι κι αλλιώς οι φροντιστές δεν πρόκειται να απεργήσουν.
Επειδή φοβάμαι, ως είθισται, το όλο εγχείρημα θα εξαϋλωθεί με τις μέρες, επιβάλλεται να βρεθεί τρόπος να μαζικοποιηθεί. Όχι μόνο στο χώρο της παιδείας, αλλά και της υγείας (οι μισοί Έλληνες κοντεύουμε να είμαστε ανασφάλιστοι), στους χώρους της παραγωγικότητας, σε κάθε δοκιμαζόμενο κλάδο, και εν τέλει σε όλη την επικράτεια που ζει κάτω από το ζυγό της τρόικας και των εδώ εκπροσώπων της.

Η πρόταση είναι η πορεία της ΕΡΤ, (οι ανεγκέφαλοι άρχισαν το ξήλωμα της χώρας από κει), είναι ένας οδηγός πια!
Τα σχολεία δεν θα τα κλείσουν όλα μαζί, οι καθηγητές θα είναι στη θέση τους και κάνουν χίλιες δυό δραστηριότητες που απαιτεί το πραγματικό σχολείο, που απαιτεί η λέξη Παιδεία.
Έτσι κανένας δεν θα μπορεί να ισχυρισθεί ότι "δεν μπορώ να συνεχίσω οικονομικά, δεν αντέχω..." αφού θα είναι στο σχολείο και θα παίρνει τα ... 620 ευρώ!
Θα βάλουν ποινή σε όλους, ας βάλουν, μεγαλύτερη απ΄αυτή που μας έβαλαν δεν γίνεται....

Ταξιδευτής
16 Σεπτεμβρίου 2013

Κλεψύδρα



Τα τελευταία βράδια από τις 12 ως τη 1, συνηθίζω να κάθομαι στη βεράντα. Μόνος μου, με δυό τσιγάρα. Αγόρασα επίτηδες μια κλεψύδρα που κρατάει ακριβώς μια ώρα. Δεν σκέφτομαι τότε τίποτα απ' τα προβλήματα του κόσμου, ούτε τα δικά μου, παρά μόνο ότι είμαι ζωντανός. Αν άξιζε κάτι τη μέρα που πέρασε, αν μπορώ ακόμα να εκπλήσσομαι, αν ακόμα μπορώ να ερωτεύομαι. Κάτι σαν διαλογισμός.
Το μέρος της βεράντας που κάθομαι δεν έχει ιδιαίτερα φως και ο Ουρανός είναι γεμάτος αστέρια.
Είναι η πιο πολύτιμη ώρα του ημερόνυχτου. Κάτι σαν ευτυχία αφελούς.
Τότε παρατηρώ πόσα αεροπλάνα ταξιδεύουν διασχίζοντας τ' αστέρια. Την ημέρα ούτε υποψιάζομαι αυτά τα ταξίδια, προσγειωμένος στα γήινα.

Ύστερα ανοίγω τις σελίδες στο Αλγέρι του Ζαν-Μισέλ Γκενασιά, Η ζωή που ονειρεύτηκε ο Ερνέστο Τσ.
Σε πείσμα της κλεψύδρας.

Ταξιδευτής
16 Σεπτεμβρίου 2013

11 Σεπ 2013

Είμαστε όλοι ίδιοι;



Μες την κρίση μην τα ισοπεδώνουμε όλα. Εντάξει βουλιάζει το καράβι, να ενωθούμε, αλλά ποιοί;
Οι γενικότητες και τα τσουβαλιάσματα βολεύουν τους συνένοχους. Αυτούς, που τουλάχιστον έπρεπε να σωπαίνουν. Όπως σώπαιναν χρόνια ολόκληρα -και πριν την κρίση.
Τώρα γιατί κλαψουρίζουν σαν πουτάνες που τους αδίκησε η ζωή; Προκαλεί εμετό να διαμαρτύρεται ο γλύφτης του Άδωνη και του Βορίδη, του Πάγκαλου και του Βενιζέλου. Πέρυσι τους έδωσαν εντολή να συνεχίσουν το επί 40 χρόνια καταστροφικό έργο τους και τώρα δεν τους αρέσει που η τσέπη τους αδειάζει, μωρέ τι μας λέτε;
Αν άλλαξες φίλε, αν η κρίση σε άλλαξε τέλος πάντων, δέξου τη βλακεία που κουβαλούσες μια ζωή και ζήτα συγγνώμη, πρώτα απ΄ τον εαυτό σου.
Το όπως έστρωσες θα κοιμηθείς είναι ελληνική παροιμία!
Οι άνθρωποι που αντιστέκονται τι φταίνε;

Όχι δεν είμαστε όλοι ίδιοι!

Δεν είναι ίδιος ο αντί σε μια κοινωνία ζούγκλα, με τον ειδωλολάτρη των λιονταριών.
Δεν είναι ίδιος ο ιδρώτας του τίμιου εργάτη, με τον καιροσκόπο του κάθε λογής χρηματιστηρίου. Δεν είναι ίδιος ο δημοσιογράφος που αντιστέκεται να μην κλείσει η ΕΡΤ, με τον άλλο
που βολεύτηκε αυτός και ας καούν όλοι οι άλλοι! (Αλήθεια τι βαρύτητα μπορεί να έχει ο λόγος του τώρα;)
Δεν είναι ίδιος ο νέος που αγωνίζεται να αποκτήσει γνώση, να παλέψει στους δρόμους για ένα καλύτερο μέλλον, με τον άλλον που χαλάει την εξάτμιση από το μηχανάκι του να δηλώσει την ανύπαρκτη παρουσία του. Δεν είναι ίδιος αυτός που ξοδεύει τη ζωή του διαβάζοντας, αμφισβητώντας ώστε να καταλάβει γιατί ήρθε στον κόσμο, με τον άλλον που αποκτάει υλικά πλούτη, αλλά βιβλίο δεν ανοιξε στη ζωή του(κενός ήρθε, κενός θα φύγει), δεν είναι ίδιος ο μπάτσος με τον δάσκαλο, ούτε
ο καραβανάς με τους Γιατρούς χωρίς σύνορα, δεν είναι
ίδιος ο έμπορος του ανθρώπινου πόνου και του ανθρώπινου σώματος, με αυτόν που πονάει για τη γη των πεινασμένων παιδιών. Δεν είναι ίδιος ο φαίνεσθαι με τον είναι, ούτε ο ψεύτης και ο κλέφτης με τον οραματιστή μια δίκαιης ανθρώπινης κοινωνίας.

Και τέλος δεν είμαστε μάζα ανθρώπων, αλλά άνθρωποι
με ιστορία, παρών και μέλλον, άνθρωποι που μιλάμε με τις πράξεις μας. Χιλιάδες φούμαρα να πεις, ούτε για προσανάμματα δεν φτάνουν για να αλλάξει ο κόσμος. Και ο κόσμος πρέπει να αλλάξει και κάποτε θα αλλάξει. Πόση βία, πόσοι θάνατοι, πόση πείνα, πόση ανθρωποφαγία απλώθηκε στον κόσμο, πόσο εφιαλτικό φαντάζει το μέλλον.

Εμείς έχουμε το ελάχιστο χρέος, να επιλέξουμε τα ίχνη μας….

Ε, όχι δεν είμαστε όλοι το ίδιο!

Ταξιδευτής
11 Σεπτεμβρίου 2013

27 Αυγ 2013

Δεν ήξεραν, δεν ρώταγαν;


Ποτέ δεν κατάλαβα αυτούς που όψιμα διαμαρτύρονται για το συνεχιζόμενο σφυροκόπημα της λαϊκής αντοχής.
Τι απ' όσα συμβαίνουν και απ' όσα θα συμβούν δεν ήταν προδιαγεγραμμένο; Συμβαίνουν μήπως από μόνα τους, επειδή μας καταράστηκε κάποιος θεός;
Όταν τους ρωτάς τι ψήφισες στις εκλογές σωπαίνουν ή απαντάνε δεν με ενδιαφέρει η πολιτική! Χαχα
Κι όταν θα ρθουν οι επόμενες εκλογές πάλι θα κατεβάσουν τα παντελόνια, «για το καλό του έθνους». Βέβαια έχουν έτοιμο και το αναμάσημα, για όλα φταίει ο Σύριζα, ωσάν να κυβερνούσε αυτή τη χώρα πριν γεννηθεί.
Στα ανώδυνα τα πάμε καλά, στα επώδυνα σωπαίνουμε συννένοχα.


Καλοκαίρι τέλος, φθινόπωρο και χειμώνας πια, χωρίς κανένας να μπορεί να προβλέψει που πάμε.
Αν δεν μάθουμε να μιλάμε ταυτόχρονα με το μυαλό, τη γλώσσα και την πράξη, αν δεν παραδεχτούμε ότι μας συμβαίνει σαν άτομα και σαν χώρα, το χάος είναι εδώ. Θα παραμείνουμε στο θανατηφόρο σκοτάδι.
Ποιος θα πάρει πάνω του την ανάσταση της χώρας;
Πάντως όχι όσοι την έθαψαν.

Ταξιδευτής
27 Αυγούστου 2013

1 Αυγ 2013

ΑΩΟ

Ως το τέλος Ελλάδα
Η δικιά μας Ελλάδα
Ο δικός μας ήλιος
ΕΝΑ δικό μας νησί
ΣΕ μια απέραντη θάλασσα
Μες του Αιγαίου τα νερά
Να στέκεις κι εσύ μαζί με το νησί
Καταμεσής


Ταξιδευτής
1 Αυγούστου 2013

11 Μαρ 2013

Φεγγαρόδρομος

Χρόνια περπατούσε μόνος. Τον ίδιο δρόμο. Την ίδια ώρα. Τις ίδιες σκέψεις. Τα ίδια όνειρα. Οι ίδιες χαρές. Οι ίδιες απογοητεύσεις. Έρωτας και Θάνατος, Επιτάφιος και Ανάσταση.
Το βράδυ θα περπατήσουμε μαζί, της είπε. Στον ίδιο δρόμο που πάμε κάθε βράδυ.
Έγειρε πάνω του και χαμογέλασε.

Γιατί τον είπες φεγγαρόδρομο -αφού είναι ανώνυμος τον ρώτησε λίγο μετά, καθώς βάδιζαν στον προφήτη Ηλία. Ο ήλιος χαμήλωνε τον ίσκιο τους, έτσι όπως πήγαινε να κρυφτεί. Τα πεύκα μύριζαν άνοιξη, οι αναπνοές τους φιλιά.

Κάθε βράδυ όταν γύριζε από τη δουλειά, έβαζε τις φόρμες, τα αθλητικά παπούτσια, το χειμώνα, σορτσάκι και φανελάκι τα ζεστά βράδια και περπατούσε. Τον ίδιο δρόμο.
Πάνω κάτω, από το άλφα ως το ωμέγα, πέρα δώθε σαν εκκρεμές του ουρανού.
«Οδός άνω κάτω μία» έλεγε ο Ηράκλειτος. Οι σκέψεις του όσες και τα αστέρια  τις καθαρές νύχτες.
Όταν είχε φεγγάρι ο δρόμος ήταν μισοφώτεινος, όταν χάλαγε ο καιρός πήχτωνε το σκοτάδι. Ένας στενός δρόμος, χωματόδρομος, με δέντρα από δω κι από κει. Ήταν ο δρόμος του. Και ο δικός της τα τελευταία χρόνια.
Παράλληλος με τη οδό Ουτοπίας. Στη γειτονιά που έμενε. Στη γειτονιά  που μεγάλωσε, στο πατρικό του σπίτι.
Ο δρόμος αυτός είχε τη δική του ιστορία, όπως του καθένα  ο δρόμος. Εκεί άλεθε τη ζωή του. Όπως οι μέλισσες τη γύρη. Απόσταζε τη μέρα του και ξαπόσταινε.

Ακούστηκαν λάγνα  κρωξίματα πουλιών. Κάτω από το δρόμο δυό παγώνια έκαναν έρωτα. Δίπλα τους ένα μεγάλο με κάτασπρα φτερά, ανοιγμένα σαν βεντάλια, περπατούσε αμέριμνο, σήκωνε μια το κεφάλι του στον Ουρανό μια στη γη. Ένας φαντασμαγορικός χρωματισμός απλώθηκε στα μάτια τους. Ένα κοπάδι από παγώνια άλλαξε  τις σκέψεις τους.
Έφτασαν στο ζωολογικό κήπο.
Στην είσοδο τους περίμενε ένας βλάκας παπαγάλος.
"Καλώς ήρθατε ζώα. Καλώς ήρθατε ζώα. Καλώς ήρθατε ζώα".

Ταξιδευτής
Μάρτιος 2013



7 Μαρ 2013

Ξημέρωμα

Του άρεσαν οι κουβέντες των απλών ανθρώπων. Αναρωτιόταν γι’ αυτούς που μιλάνε με επιτηδευμένη γλώσσα Οι ατσαλάκωτοι υπερτερούσαν γύρω του, αλλά αυτός κρυφάκουγε εκείνες τις λέξεις, που του θύμιζαν μια άλλη πατρίδα.
Μια ξυλόσομπα αναμμένη, μια σκαφίδα στο πλυσταριό, ένα καλούπι άσπρο σαπούνι, μια πυροστιά πάνω στα κάρβουνα, ένα τενεκέ λάδι, λέξεις από παλιά. Όταν καμιά φορά, μετά από χρόν...ια τις συναντούσε, ανατρίχιαζε. Του θύμιζαν τα πέτρινα γεφύρια. Γινόταν παιδί.
Αυτοί οι άνθρωποι που απέμειναν ακόμα έτσι, είναι πιο λεύτεροι. Μιλάνε αυθόρμητα, χωρίς γλωσσσομπερδέματα, στα ίσια. Κατάματα. Ή έτσι νόμιζε.
Παρατηρούσε τον πόνο των λέξεων, τη διαύγεια, τη συγκίνηση.
Σαν δάκρυα χαρμολύπης έσταζαν πάνω του, λυτρωτικές σταγόνες βροχής.
Πήρε το μπλοκάκι του και έγραψε τη λέξη: Ξημέρωμα.
Κάποτε ήθελε να παίξει πάλι, με εκείνες τις μακρινές λέξεις. Έβαλε το φώλι, να το θυμηθεί κάποτε. Όταν θα γερνάει, ξανακερδίζοντας το χρόνο.

Ταξιδευτής
7 Φεβρουαρίου 2013

Γέφυρα Αγίου Βησσαρίωνα
Πύλη Τρίκαλα

2 Μαρ 2013

Ήταν στα δεκάξι τους.

 «Μεγάλωσα πια, ώστε να απαρνηθώ τα όνειρα της νιότης. Τα κουβάλησα ολόκληρη τη ζωή μου. Δεν θα αποστάσω τώρα Αγαπημένη μου.
Αυτό το δισάκι στον ώμο μου, είναι καιρός τώρα να το αναστρέψω.  Από την χωρική μάνα μου έμαθα τα πιο σοφά πράγματα. Ο κάθε άνθρωπος έχει στον ώμο του ένα δισάκι έλεγε, βλέπει τα λάθη των άλλων, πίσω είναι τα δικά του. Όσα λάθη και αν έκανα δεν μετανιώνω για τίποτα. Πάλι τα ίδια θα έκανα. Ούτε θα απαριθμήσω τώρα μπροστά στα μάτια σου, σωστά και λάθη. Αυτό το θεατράκι είναι στη κορυφή ενός λόφου. Να η μια πλευρά του, την ανεβήκαμε. Να η άλλη που θα κατεβούμε. Εδώ είναι η απεραντοσύνη του κόσμου. Εδώ είναι το Όλον της ύπαρξής μας. Η γεύση του κόσμου. Άκου αυτό το ανεπαίσθητο αεράκι προμήνυμα της Άνοιξης. Το χάιδεμα των ματιών μας φτερουγίζει την ψυχή μας. Το άρωμα των πεύκων. Το μακρινό ταξίδι των ματιών μας.
Η ανθρώπινη ψυχή είναι φτιαγμένη από λογική, βούληση και επιθυμία , είπε ο Πλάτωνας. Με κατηγορούν οι γνωστοί και οι φίλοι μου ότι είμαι θεωρητικός. Πλατωνικός. Μπορείς να φαντασθείς ένα κόσμο χωρίς φαντασία;
Δεν ξέρω σε ποιόν κόσμο έζησα περισσότερο στον φαντασιακό ή της πραγματικότητας. Η λογική είναι η καταστολή της φαντασίας. Η κόλαση του κόσμου.
Η απόδραση από τον πόλεμο είναι η Ειρήνη. Οι περισσότεροι άνθρωποι αποδέχονται συμβατικά τη λογική και τη θεωρούν υπέρτατο αγαθό του ανθρώπου.
Τι θα ήταν η λογική όμως αν δεν υπήρχε η φαντασία. Το Όνειρο.
Η λογική αποσκοπεί στο κέρδος. Η φαντασία αναγεννάει τη  ζωή.
Τούτος ο κόσμος της λογικής είναι ο παλιός, σημαδεύτηκε από χρόνια. Πόλεμοι, θηριωδίες, εμπόριο θανάτου, ο άνθρωπος μηχανή.
Η ζωή Αγαπημένη μου είναι αλλού. Ένας καινούριος κόσμος ανατέλλει »

 Άρχισε να χειροκροτεί, με όλο το χαμόγελό της σε οργασμό. Όπως όταν ένα παιδί απαγγέλει ένα ποίημα.  Ο ήλιος έκαιγε. Το πρώτο σύννεφο είχε πλευρίσει τον ήλιο. Κατάλαβε ότι η ερωτική διάθεση βάραινε.   Ένα ζευγάρι ξεμοναχιασμένα άσπρα περιστέρια φτερούγιζαν πάνω τους. Προσγειώθηκαν δίπλα τους. Λες και τα προσκάλεσαν. Τικ τακ το ξύλινο πάτωμα του θεάτρου, έψαχναν ψίχουλα, κουνούσαν με φόβο τα κεφάλια τους. Τα  πουλιά όταν βλέπουν τους ανθρώπους πετάνε μακριά. Αυτά δεν πέταξαν. Έμειναν εκεί.

Σειρά σου τώρα, της είπε.
Πήγε στη μέση της σκηνής, όπως και εκείνος.

« Είχα μόνο ένα Όνειρο. Να δίνω. Μόνο όταν έδινα έπαιρνα. Τίποτα δεν ήταν εύκολο. Όμως συνέχιζα να χαρίζω χαμόγελα. Όταν ζωγράφιζα με τα παιδιά, ήταν σαν να ζωγράφιζα έναν άλλο κόσμο. Τα δέντρα στις πλαγιές των βουνών, ήταν το πράσινο στο γκρίζο της πόλης. Το μπλε της θάλασσας ήταν, το μακρινό ταξίδι από τη φυλακή της οικογένειας.  Το κόκκινο στα τριαντάφυλλα ο έρωτας της νιότης.
Κατέβαινα στη θάλασσα για να δω τον Ορίζοντα. Ρόδιζε η ψυχή μου. Κάποτε ερωτεύτηκα την ελευθερία του γλάρου. Ήμουν μικρή ακόμα. Ναι. Ο γλάρος ήταν ο πρώτος μου έρωτας. Ούτε δέκα χρονών δεν ήμουν. Κάθονταν πάνω σ’ ένα βράχο και αγνάντευε το κύμα, πάφλαζε το κύμα μέσα μου, φτερούγιζε από την μια άκρη στην άλλη. Περπάταγα με τις ώρες στην παραλία και του μίλαγα. Οι μεγάλοι δεν μ’ άκουγαν, νόμιζαν ότι τα ξέρουν όλα και με διάταζαν. Εγώ έκανα πως τους άκουγα. Αλλά ποτέ δεν τους άκουγα. Έκανα αυτό που ήθελα. Ο γλάρος με αποφυλάκισε.
Ο πατέρας μου είχε φυτέψει δέντρα στην αυλή. Από το παράθυρο έβλεπα τη λεμονιά. Έρχονταν τα πουλιά. Από μικρή λάτρεψα τη μουσική.
Ήμουν δεκαεπτά χρονών όταν δοκίμασα το πρώτο φιλί στο στόμα. Από τότε ο έρωτας με καθόρισε. Στα είκοσι το έσκασα από το σπίτι με κάτι φίλους. Ζήσαμε σε στη σπηλιά ενός βουνού πάνω από μια βδομάδα. Από τότε έμαθα την ανεξαρτησία
Στα είκοσι  έκανα ωτοστόπ  σε μια νταλίκα. Ταξίδεψα μαζί του ως την  Ιταλία. Από τότε αγάπησα τα ταξίδια. Στα είκοσι τρία κατέβηκα στην πρώτη διαδήλωση. Από τότε ήθελα να αλλάξω τον κόσμο.
Μπορεί να μην άλλαξε ο κόσμος, αλλά άλλαξα εγώ.
Ο δρόμος για την Ουτοπία. Είναι μια κάποια ελευθερία.
Εκεί συνάντησα τη ζωή . Εκεί αγάπησα τη ζωή.
Εκεί Αγαπημένε μου συνάντησα και σένα.»


Αυτός καμάρωνε.
Τα δύο περιστέρια πέταξαν. Ο ήλιος πήγαινε στα βουνά, στην αιώνια διαδρομή του.
Το ρολόι χτύπησε δεκάξι φορές.
Ήταν στα δεκάξι τους.

Ταξιδευτής
2 Μαρτίου 2013

28 Φεβ 2013

Η "δικτατορία" της υπερπληροφόρησης

Το γράψιμο πρώτα απ' όλα χρειάζεται γνώση. Αν δεν διαβάσεις ό,τι και να γράψεις θα είναι λειψό. Χρειάζεται έρευνα. Απαιτεί χρόνο. Χρειάζεται συναίσθηση του κόσμου. Απαιτεί φυγή από το Εγώ. Χρειάζεται βί...ωμα. Απαιτεί αποφυλάκιση από τον ατομικισμό.Θέλει ταλέντο. Από μόνο του δεν φτάνει. Είναι λύτρωση για τον γράφοντα, αλλά αν δεν είναι και έμπνευση για τον αναγνώστη, ευνουχίζεται.

Το διάβασμα και το γράψιμο, όπως και κάθε μορφή τέχνης δεν είναι παρά ο καθρέφτης του κόσμου. Αν δεν τον δούμε κατάματα,
τότε μόνο ναρκισσισμός είναι.

Ο δημιουργός συν- δημιουργεί με τον αποδέκτη. Ο δημιουργός κοινωνεί το Όλον.

Πόσο χωρά η εμπορικότητα μέσα στη τέχνη;

Και όμως από τη ματαιοδιοξία και την εμπορικότητα ξεκινάν οι πολλοί.

Μήπως δεν χύνεται ατέλειωτο μελάνι, προς τι;

Καλυτέρευσε τον κόσμο;

Ένα κείμενο δεν μπορεί παρά να είναι ένα πολιτικό κείμενο. Με την αρνητική ή θετική παρέμβαση στην ροή των πραγμάτων.

Και άντε τώρα να ξεχωρίσεις αυτά που λάμπουν, μέσα στα σκουπίδια της υπερπληροφορημένης εποχής μας.

Ταξιδευτής
28 Φεβρουαρίου 2013

27 Φεβ 2013

Παράσταση για δυό

Τους ξύπνησε ο ανοιξιάτικος ήλιος που τρύπωνε μέσα τους. Ένας άλλος χρυσαφένιος ήλιος έκανε τα πρόσωπά τους να λάμπουν. Θα ήταν τρεις ολόκληρες μέρες και νύχτες μαζί.
Ήπιαν καφέ αγναντεύοντας τα Μετέωρα, δίπλα ο Κόζιακας, χιονισμένος στη κορυφή. Απέναντι ανατολικά τα όρη Χάσια και Αντιχάσια. Κάποτε ο Θεσσαλικός κάμπος ήταν θάλασσα, τα νερά βρήκαν διέξοδο στα Τέμπη και αποτραβήχτηκαν στο Αιγαίο. Εκατομμύρια χρόνια πριν, ακόμα και η γη αλλάζει.
Ανέβηκαν στο Φρούριο. Άλλη μια ματιά στην πόλη από ψηλά. Σπίτια με κεραμιδένιες σκεπές, παλιές και νέες πανύψηλες οικοδομές, βυζαντινές και νέες εκκλησίες, από κάτω η παλιά πόλη, οι δρόμοι γεμάτοι αυτοκίνητα, στο βάθος το στάδιο, το Κουρσούμ Τζαμί, κτισμένο το δέκατο έκτο αιώνα από τον Σινάν Πασά. Η μέρα ήταν ηλιόλουστη, έβλεπες καθαρά, τα νερά του Ληθαίου κύλαγαν ήρεμα. Ήταν Δευτέρα, η λαϊκή εβδομαδιαία αγορά έσφυζε από αγρότες που πούλαγαν τα κηπευτικά τους.
Περπάτησαν δίπλα στο σιντριβάνι, μπήκαν μέσα στο Φρούριο, ανέβηκαν στο ρολόι με θέα όλη την πόλη. Το ρολόι χτύπησε δεκατέσσερις φορές. Μια τεράστια καμπάνα, είχε τοποθετηθεί από τους Οθωμανούς, βάρους 650 κιλών. Τους ξεκούφανε.
Πήγαν στο υπαίθριο θέατρο.
Ο ένας ήταν θεατής. Ο άλλος ηθοποιός.
Ο ένας ήταν ηθοποιός, ο άλλος θεατής.
Ήταν μια παράσταση για δυό.

Ταξιδευτής
27 Φεβρουαρίου 2013
Φρούριο Τρικάλων

26 Φεβ 2013

Με χιλιάδες τρόπους

Το τρένο από την Αθήνα έφτασε στις οκτώ. Είχαν ανάψει τα φώτα της πόλης. Τέλη Μάρτη, ζεστή βραδιά..
Συναντήθηκαν. Αγκαλιάστηκαν. Ψυχή και σώμα. Πήγαν στο Ανάντι, ήθελε να της δείξει περιμετρικά την πόλη. Την απλωσιά των ματιών.
Εκείνη ερχόταν πρώτη φορά. Όπως όταν πήγαν μαζί στο Παρίσι, ανέβηκαν πρώτα στον Πύργο του Άιφελ, η πρώτη ματιά. Από τα μάτια ως τα πόδια. Από τα δάχτυλα, ως τους ώμους. Να αγκαλιάσουν την πόλη, την αίσθηση.
Περπατούσαν τώρα στο Βαρούσι. Κάτω από το Βυζαντινό Φρούριο. Της έλεγε, ότι σύμφωνα με τον Προκόπιο, πρέπει να κτίσθηκε τον έκτο αιώνα, από τον Ιουστινιανό, πάνω στα ερείπια της ακρόπολης της αρχαίας Τρίκκης. Της έδειχνε την πιο αρχοντική συνοικία της πόλης. Τώρα είναι γεμάτη, μπαράκια και ταβέρνες.
Της έδειξε το αγαπημένο του μπαράκι, το Παραμύθι.
Πάμε να φάμε πρώτα, της είπε. Πήγαν στο Κατώι.
Ύστερα μιλούσαν ως το πρωί. Με χιλιάδες τρόπους.
Για χιλιάδες λεπτομέρες του συνόλου.

Ταξιδευτής
26 Φεβρουαρίου 2013

Βαρούσι Τρίκαλα

25 Φεβ 2013

Μικροί αποχωρισμοί

Τα μαλλιά της ίσα καστανά, έπεφταν ως την πλάτη της. Δεν χόρταινε να παρατηρεί το βάδισμά της, όταν χανόταν στο βάθος.
Το ραδιόφωνο έπαιζε ακόμα το Ο
ne Love, του Bob Marley. Ένα στενό δρομάκι οδηγούσε στο σπίτι της. Στα μισά του δρόμου σταμάτησε για λίγο, κοίταξε πίσω. Αυτός δεν είχε φύγει. Μικροί αποχωρισμοί.
Πριν λίγο ήταν μαζί, πάνω στα Μετέωρα. Κάτω η Θεσσαλική πεδιάδα, απέραντη θάλασσα από φώτα. Ζεστή ανοιξιάτικη νύχτα. Μύριζαν οι πασχαλιές.
Μετά το
Sante, στάθηκαν ώρα μπροστά στην παλιά ζωντανή πόλη. Τοιχογραφία μιας άλλης εποχής, από ένα Γαλλικό τιμ ζωγράφων του δρόμου.Ύστερα πήραν το δρόμο για την Καλαμπάκα. Περασμένα μεσάνυχτα. Έφτασαν στο Καστράκι, ανέβαιναν πιο κοντά στον έναστρο Ουρανό. Λούστηκαν στο φεγγάρι. Θεόρατα μυστικά, δεν κρύβονταν άλλο.
Εκείνη τη νύχτα άνοιξαν οι καρδιές τους. Ήταν χρόνια φίλοι.


Ταξιδευτής
25 Φεβρουαρίου 2013


Τρίκαλα.
Σχεδόν τρισδιάστατη τοιχογραφία στα Μανάβικα.

15 Φεβ 2013

Έρωτας(πράσινο)





Χρυσός και διαμάντια.
Τεράστιο ποτάμι, το μεγαλύτερο της γης
Ελπίδα ακατέργαστη
Τίποτα δεν θα στερέψει πια.
Ο κισσός απλώνεται στο δέντρο
Η Αγάπη στο κορμί
Πράσινο φεγγάρι υφαίνει τα μάτια σου
Ξαγρυπνά τις νύχτες, μη χαθεί κάποια πολύτιμη στιγμή
Κάποια σταγόνα νερού που παράπεσε
Κάποιο κλάμα παιδιού που δεν γεννήθηκε
Μη δε φωτίσει κάποιο όνειρο
Μη  χαθεί κάποια ελπίδα
Ένα έλατο καρφώνει τον ουρανό
Μια ρώγα σταφύλι στο στήθος μου
Ένα πινέλο που δεν πλύθηκε ποτέ, απ’ την τελευταία ζωγραφιά σου
Ήταν το χρώμα της Αγάπης είπες που θαρθεί
Ήταν όλη η τύχη του κόσμου στα χέρια σου
Πράσινο τσάι της πρώτης συνάντησης
Να ηρεμήσει η θάλασσα της ψυχής
Και μετά, μετά, δυό βήματα  πάνω σ’ ένα καταπράσινο λιβάδι
Πιο απέραντο απ΄ τη άκρη της ματιάς , σαν  έναν κόσμο που πλάθεται να αναγεννηθεί
Απ’ την Αρχή του Σύμπαντος
Έναν κόσμο με φωτεινές λέξεις, αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη
Χωρίς όπλα, δίχως παιδιά να πεινάνε, δίχως θάνατο μες τη ζωή
Κι ένα ποτάμι να κυλάει να ποτίζει όλη τη γη
Μια καταπράσινη γη
Μια καταγάλανη θάλασσα
Ένας ανοιχτός μπλε Ουρανός
Σαν το δάσος του Αμαζονίου
Οξυγόνο και Ομορφιά



Κωστής Ταξιδεύων
15 Φεβρουαρίου 2013

14 Φεβ 2013

Πιστεύω τον φίλο, πιστόν φίλο εν κινδύνοις γιγνώσκεις

Στο δημοτικό μάθαμε καθαρεύουσα και ντοπιολαλιά. Όσοι από μας γεννήθηκαν και μεγάλωσαν σε χωριό. Ο δάσκαλος, ένας φασίστας του κερατά, έλεγε στους γονείς μου, τούτος μιλάει πιο χωριάτικα και από σας.
Στο γυμνάσιο ήρθαν τα αρχαία, η γλώσσα της πόλης, άντε να μη πετάξεις κανένα ακαταλαβίστικο στην τάξη. Μετά ήρθε η δημοτική, το 76-77, έπρεπε να ισορροπήσουμε, αρχίσαμε να μαθαίνουμε αγγλικά στο φροντιστήριο και γαλλικά στο σχολείο.
Ήρθαν και οι άτονες λέξεις, ήρθαν όλα μαζί. Η τυποποιημένη δημοσιογραφική γλώσσα και η ξύλινη των κομμάτων, ήρθαν και τα Greekenglish και κει τα κάναμε σαλάτα.
Ποιά είναι η γλώσσα που σκεφτόμαστε σήμερα; Η ρίζα μας. Πως μεγαλώνει ένα δέντρο χωρίς τη ρίζα του; Πως απλώνει κλαδιά να κελαηδήσουν την Άνοιξη οι κούκοι;
Η γλώσσα είναι που μας δημιουργεί τη σκέψη και η σκέψη τη γλώσσα.
Άμα η γλώσσα μας είναι φτωχή, αν οι λέξεις χάσουν το νόημα τους και η ταυτότητα χάνεται.
Από πού ήρθαμε;
Γιατί ήρθαμε;
Ποιοι είμαστε, που πάμε;
Τι θέλουμε;
Τι θα απογίνουμε;
Ο έρωτας και ο θάνατος η διαδρομή μας, όλα τα άλλα το όχημα.
Όπως το σώμα είναι της ψυχής και της σκέψης το τρένο, όπως τα άνθη πάνω στα κλαριά, γεννιούνται καρπό να κάνουν.
Που ξοδευόμαστε;
Γιατί; Να προλάβουμε τον θάνατο. Μα αυτός θαρθεί στην ώρα του.
Ως τότε απομένει ο Έρωτας.
Ο έρωτας για τη Φύση. Για τη φύση του Ανθρώπου.
Για σένα, για μένα, για κάθε τι που αναπνέει.


Κωστής Ταξιδεύων
14 Φεβρουαριου 2013

2 Φεβ 2013

Η ζωή μετά.


Ερωτική αθωότητα το πρόσωπο της. Βελούδινα φοβισμένη η φωνή της.
Έψαχνε να βρει δουλειά, μου ξετύλιξε την ιστορία της.
Τον αγάπησε τον Παντελή, ο πρώτος έρωτας. Στα είκοσι, δύο χρόνια μαζί. Μετά της είπε κυνικά, ήθελα να περάσω καλά μαζί σου. Η Όλγα στα τριάντα τρία της όμως, δεν τον ξεπέρασε ακόμα.
Σπούδασε και γύρισε στο χωριό. Με τους γονείς της.
Από τότε δεν θέλησε να ερωτευτεί άλλον άντρα. Ούτε να την αγγίξει. Ούτε είχε όρεξη για δουλειά.
Είδα την Όλγα σαν φιγούρα άλλης εποχής. Όμορφη, υποτακτική σε ότι αγάπησε. Αιώνια.
Έγραφε ποιήματα. Μάζευε τα μαλλιά της κότσο και ζωγράφιζε. Μιλούσε με τα πουλιά, με τα φυτά, με τα δέντρα.
Συχνά όταν μου μιλούσε έβαζε το δάχτυλο στο στόμα, μεγάλωναν οι κόρες στα μεγάλα πράσινα μάτια της. Φορούσε κολλητή μαύρη μπλούζα, ζιβάγκο. Οι ρώγες της όμως την πρόδιναν. Την ξεγύμνωναν.
Το πήρε απόφαση είπε στο τέλος.
Να ξαναζήσει.

Ταξιδευτής
1 Φεβρουαρίου 2013

Γερανοί


Τέλη Γενάρη. Ηλιόλουστη μέρα.
Έκανα ένα μακρινό περίπατο, δυό μεγάλα άσπρα σύννεφα στον Ουρανό και ένα σμήνος από γερανούς.
Το σήμα της νίκης. Ένα βέλος.
Έρχονταν από μακριά, ο Πλάτων, ο Αριστοτέλης, ο Ασκληπιός, ο Λεωνίδας, ο Καραϊσκάκης, ο Κολοκοτρώνης, ο Βελουχιώτης, ο Παναγούλης, ο Ελύτης, ο Ρίτσος, ο Σεφέρης γέμισαν τον Ουρανό.
Ήταν κι άλλοι πολλοί, αμέτρητοι, ατέλειωτοι.
Δεν είδα κανέναν εν ζωή. Οι καιροί άλλαξαν.
Ο ήλιος στο δειλινό χρωμάτιζε τις σκέψεις μου. Δίπλα η θάλασσα. Πάνω ο Όλυμπος. Οι θεοί. Η Βεργίνα , το Δίον, το Κάστρο του Παντελεήμονα.
Ήλιος και θάλασσα, εύφορη γη και Ιστορία η χώρα μου.
Μπήκα στο σπίτι.
Κι έβγαλα το καπέλο μου.
Όταν ήρθα σε Σένα.

Ταξιδευτής
31 Ιανουαρίου 2013


29 Ιαν 2013

Άκουσα την καληνύχτα Σου για καλημέρα

Και είθε να είναι μια καλή μέρα. Everloving.
Οι ήχοι του βιολιού, το απόσταγμα του κοχυλιού, ο ήλιος που ζεσταίνει τον χειμώνα, τα χέρια που περπατάνε μαζί, στιγμές που μένουν ανεξίτηλες, όπως η αμυγδαλιά που προμη
νύει, τα χέρια του εργάτη, το χωράφι του αγρότη, όπως η Παναγιά της θάλασσας.
Μετά τον Μεσαίωνα η Αναγέννηση.
Οι βασιλιάδες και οι ευγενείς, οι αφεντάδες και οι δούλοι, η ιερά εξέταση και οι αποκεφαλισμοί δεν θα κρατήσουν για πολύ…
Η χώρα μας αποδεκατίζεται, οι νόμοι φτιάχνονται να πλουτίζουν αυτοί, εξορίζουν τους νέους, φορολογούν τη γέννηση παιδιών, αποκλείουν το πετρέλαιο από τους φτωχούς να πεθάνουν, φωνάζουν τους εμίρηδες να μας αγοράσουν για δούλους, το καταστροφικό τους σχέδιο προχωράει με τον λαό εν υπνώσει…
Χωρίς νέους ανθρώπους που πάει η χώρα;
Η γενιά μας ξοφλημένη. Πέθανε. Παραδόθηκε αμαχητί.
Μια νέα καλημέρα, μόνο από εκεί μπορούμε να περιμένουμε.
Πόσο ακόμα λίπος έχουν οι σάρκες μας, να ταΐζουν την αρρώστια που απλώνεται σαν πανούκλα;
Αυτός ο πόλεμος δυστυχώς μας θεωρεί από χέρι ηττημένους.
Χορεύουν οι παπαγάλοι στο δικό τους ρυθμό.
Τελειώνει κι ο Γενάρης.
Η Άνοιξη πότε;

Ταξιδευτής
29 Ιανουαρίου 2013

26 Ιαν 2013

Το ποτήρι της ευτυχίας


Φωτογραφία: Ρένα Χαμηλοθώρη
Ψιλόβρεχε.Χειμωνιάτικος καιρός δίπλα στη θάλασσα. Χωθήκαμε στο πρώτο μπαράκι, δίπλα στο παράθυρο.
Δυό ποτήρια κόκκινο κρασί. Το τζάκι έκαιγε δίπλα μας. Κι εμείς μέσα μας.
Απέναντι δυό ψάθινες καρέκλες κι ένα τραπεζάκι. 
Τι περίμεναν;
Ξετυλίξαμε το κουβάρι, δεκαετία του εξήντα, του εβδομήντα, του ογδόντα, του ενενήντα, μπήκαμε στην νέα χιλιετία με φόρα.
Σκοντάψαμε πάνω στην πρώτη δεκαετία. Άλλα δυό ποτήρια κόκκινο κρασί.
Έπαιζε παλιά ροκ κομμάτια, ωραίο μαγαζί. Σουρούπωνε.
Αδιέξοδα, στενοί δρόμοι, χωματόδρομοι, λασπόνερα, βουλιάξαμε. Πήγε μεσάνυχτα.
Τρίκλιζαν πια οι σκέψεις μας. Η θάλασσα σκοτείνιασε.  
Στην άκρη όλα τα ποτήρια, είπε η Ειρήνη. Μια ντουζίνα και βάλε.
 Ένα ποτήρι κόκκινο κρασί.
Το ποτηράκι της ευτυχίας.
Πάνω στο τραπέζι ένα μόνο ποτήρι. Το πίναμε σταγόνα, σταγόνα.

Το φεγγάρι βρήκε μια σχισμή, φώτιζε τα κύματα.
Κάναμε έρωτα σαν τρελοί, όρθιοι, πάνω στην άμμο, κάτω απ’ την άμμο, σαν ζώα, σαν πρωτάρηδες, σαν παλαίμαχοι, σαν εραστές, σαν ποιητές, σαν αλήτες, συλλαβίζοντας τα κύματα μεθυσμένοι.

Μετά από εννιά μήνες γεννήθηκε ο γιός μας.
Τον είπαμε Φεγγαρόφωτο.

Ταξιδευτής
26 Ιανουαρίου 2013




Ο κόσμος μου άνω κάτω

Όλα ξεκίνησαν εξ’ αιτίας του Λάμπη.
Ήμουν ένα φιλήσυχος πολίτης, με υποταγή στους νόμους και στη σιωπή.
Ήμουν τόσο σιωπηλός που μοίραζα σε όλους χαμόγελα, αντί για λέξεις.
Είχα μια δουλειά, μια γυναίκα, δυό παιδιά και δυό γατιά. Τον Φρίξο και την Κέλυ. Για τις γάτες μου λέω. Είχα ακόμα τον Θεό μου και το νοικοκυριό μου. Είχα μια γαλάζια Scoda και ένα αμπέλι στο χωριό μου.
Σκόνταψα σήμερα το πρωί.
Ούτε που κατάλαβα πως βρέθηκα στο διπλανό κελί.
Με τον Λάμπη.
- Εντάξει κυρία Φρόσω, είπα το πρωί, θα πάω να δω εγώ γιατί…
Όταν μπήκα μες την Αστυνομική Διεύθυνση, μου ζήτησαν ταυτότητα. Την έδωσα.
Ο φρουρός της τάξης ταράχτηκε. Πήρε τηλέφωνο ψηλά, στον Διοικητή. Τον είδα που έκανε όπως ο κυνηγός που έβγαλε παπί. Που να μου πάει το μυαλό.
Μου έβαλαν χειροπέδες και δεν ήξερα γιατί.
- Συλλαμβάνεσαι, μου είπαν μόνο. «Δικαίωμά σου να μη πεις τίποτα», μου είπαν. Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν έλεγα. Ήμουν υπεράνω υποψίας.
Όταν μου φέραν το χαρτί, μαζί με ένα πιάτο φακή, πάλι δεν κατάλαβα γιατί.
Συνελήφθη σήμερα και κρατείται στις φυλακές της Αγράμπελου, ο Κωστής Απάθειος, ως ύποπτος μάρτυς υπεράσπισης και δεόντως νοιαζόμενος για τον από χτες φυλακισμένο Λάμπη Ανάλαμπρο, κατηγορούμενο για τρομοκρατικές ενέργειες.
Ο Κωστής Απάθειος εθεάθη το πρωί, εις φούρνον της συνοικίας Μαύρα πηγάδια, συνομιλώντας με την Ευφροσύνη Ανακατεμένη- Ανάλαμπρου, μητέρα του κατηγορούμενου τρομοκράτη, κρατώντας στα χέρια του ωοειδές αντικείμενο σε σχήμα κούκλας, αγνώστου περιεχομένου. Το ύποπτο χαμόγελό του και οι κινήσεις των χεριών του ήταν οι πρώτες ενδείξεις, που οδήγησαν την υπηρεσία μας εις τα ευρήματα.
Μετά από έλεγχο στην αποθήκη που βρίσκεται στην αριστερή γωνία της αυλής του Απάθειου, βρέθηκαν:
Μια πλαστική μπάλα στο σχήμα φεγγαριού, έντεκα πορτοκάλια στο σχήμα του ήλιου, ένα κλαδευτήρι, ένα σφυρί και ένα δρεπάνι, ένας δονητής σε σχήμα μπανάνας και μια μπανάνα σε σχήμα δονητή, ένα αντίγραφο με τα κύματα του Δούναβη, μια γραφομηχανή, δύο αρμαθιές σκόρδα και το εγκόλπιο της ανθρώπινης ηλιθιότητας.
Ο συλληφθείς οδηγήθηκε στη φυλακή μέχρι την Δευτέρα, όποτε και θα οδηγηθεί στον εισαγγελέα.

-Και η ρώσικη κούκλα γιατί; Γιατί γαμώτο;




Ταξιδευτής
25 Ιανουαρίου 2013

25 Ιαν 2013

Ο Λάμπης ο νευρωτικός

«Ντύσου», του είπαν μόλις άνοιξε την πόρτα. Ο Λάμπης ήταν με το σώβρακο. Έξι το πρωί χτύπησε το κουδούνι. Δυο μπάτσοι κι ένας γραβατωμένος γυαλάκιας με κουστούμι και μουστάκι. Ο εισαγγελέας μάλλον.
- Καλημέρα, παιδιά. Σας περίμενα
Ο Λάμπης χρωστούσε στην εφορία 1632 ευρώ, ήξερε ότι κάποια μέρα θα τον συλλάβουν. Όσοι δεν πληρώνουν θα πάνε φυλακή, η επωδός στα δελτία των 8.
Του είχε γίνει έμμονη ιδέα. Φυσικά δεν ήταν η μόνη.
Τρία χρόνια άνεργος, με δανεικά τσιγάρα την έβγαζε. Ευτυχώς είχε ένα πιάτο φαί απ’ τη μάνα του. Ο πατέρας του πέθανε στα 81, μετά από μια πορεία.
– Πατέρα, θα συνεχίσω εγώ, του είπε στην κηδεία ο Λάμπης. Και τόσοι άλλοι σαν εσένα.
Αυτός ήταν 53. Γύρισε στο παιδικό του δωμάτιο, τι να σου κάνει μια σύνταξη 350 ευρώ της μάνας και κάποια μεροκάματα που απέμειναν στην οικοδομή. Στήριξε τα παιδιά του να σπουδάσουν, έφυγαν και τα δυο στη Γερμανία, λάντζα με πτυχία, με τη γυναίκα του χώρισε, το μαγαζί το έκλεισε. Ποιος αγόραζε πια δίσκους. Δισκορυχείον τέλος.
Μύλος που άλεθε, η ζωή του Λάμπη. Άριστος και ανυπάκουος μαθητής, πτυχίο φυσικής, νύχτες δουλειάς στην λαχαναγορά, ελαιοχρωματιστής παλ χρωμάτων, οδηγός νταλίκας με σήμα ιντερνάσιοναλ στο φτερό, μέλος της κίτρινης φυλής ένα φεγγάρι, δουλειά σε εκδοτικούς οίκους, διορθώσεις, μεταφράσεις, σκιτσογράφος, καλοκαίρια στα νησιά, αεικίνητος. Στο τέλος άνοιξε το δισκάδικο.
Ο Λάμπης ήταν νευρωτικός. Έτσι τον έλεγαν στη γειτονιά. Ο Λάμπης μιλούσε ακατανόητα, ασύμβατα, απαράδοτα, απρόδοτα, για δικαιοσύνη, για παιδεία, για δουλειά -ενώ όλοι κοιτούσαν τις δουλειές τους.
Μιλούσε με θυμό, τα λόγια του είχαν οργή. Ο Λάμπης που φώτιζε, συννέφιασε.
« Άλλο είναι η ζωή και άλλο αυτό που ζούμε»( Μακριδάκης Γιάννης), τους έλεγε χτες στην αντιρατσιστική συγκέντρωση.
- Καλά πάμε; Είπε με τις χειροπέδες στα χέρια.
Του έδεσαν τα μάτια, του βούλωσαν τα αυτιά, τον πέταξαν στη φυλακή. Ένα κελί με δύο άλλους σαν εκείνον.
Ο Λάμπης προκαλούσε το δημόσιο αίσθημα δικαιοσύνης. Ένας επικίνδυνος φοροφυγάς.



Ταξιδευτής
23 Ιανουαρίου 2013


21 Ιαν 2013

Η Χιονάνθρωπος



Καταχείμωνο. Τρυφερό πράσινο, τα σπαρμένα με στάρι χωράφια. Ανέτειλαν οι φυτρωμένοι σπόροι. Από το σκοτάδι της σποράς, στο φως του ήλιου.
- Τίποτα δεν πάει χαμένο, μονολόγησε ο Λάμπης. Έσπειρε μες τη νύχτα, δεν ήταν σίγουρος αν του ξέφυγε κομμάτι γης.
Το κρύο περόνιαζε, μουντός χαμηλός ο ουρανός, έπεφταν αραιές σταγόνες χιονόνερου. Είχε ένα μήνα να πάει στο χωράφι του. Δούλευε στα μεταλλεία και το βράδυ γκαρσόν. Μετά ήταν και το χιόνι, που έπεσε πολύ μες τις γιορτές.
Όταν πρόσεξε τον καπνό στο κονάκι του, είπε ένα Τι;
Πλησίασε φοβισμένος. Η πλαγιά του βουνού νύχτωνε.
Ποιος είναι μέσα; Ποια φωτιά;
-Ποιος είναι; Καμιά απάντηση. Είναι κάποιος εδώ; Τίποτα
Έσπρωξε σιγά τρεμάμενος, την παραβιασμένη πόρτα.

Δυό τρία ξύλα στη μέση σιγόκαιγαν. Ο χιονάνθρωπος είχε αρχίσει να λειώνει. Κόκκινο νερό κυλούσε απ’ τις φλέβες του.
Δεν άντεξε άλλο την παγωνιά. Πάει μήνας που ο ταξιδιώτης του χειμώνα του χάρισε το δικό του μαντήλι. Ήταν τώρα σαν παρατημένο λάβαρο, μες τα ανεκπλήρωτα αίματα. Σχεδόν μισό αιώνα, ούτε μια τρυπούλα, το πρόσεχε σαν τα μάτια Του.
Κάποτε αγαπούσε την Λιλή, αλλά παντρεύτηκε την Ελένη.
Η Λιλή ήταν ζωγράφος και έμεινε ζωγράφος.

Ταξιδευτής
21 Ιανουαρίου 2013